NA ΘΥΜΙΣΟΥΜΕ ΟΤΙ ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΑ ΚΑΙ ΕΝΩ ΔΙΑΓΡΑΦΤΗΚΕ ΤΟ ΧΡΕΟΣ ΤΩΝ ΓΕΡΜΑΝΩΝ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΥΝΕΧΙΣΑΜΕ ΝΑ ΠΛΗΡΩΝΟΥΜΕ ΤΟ ΔΑΝΕΙΟ ΜΑΣ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΓΕΡΜΑΝΟΥΣ ΠΟΥ ΜΑΣ ΕΙΧΑΝ "ΦΟΡΤΩΣΕΙ" ΑΠΟ ΤΟ 1894 ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΥΣ ΑΓΩΝΕΣ ΤΙΣ ΔΙΚΕΣ ΜΑΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΝΩ ΕΠΡΕΠΕ ΝΑ ΓΙΝΕΙ συμψιφισμός ΕΜΕΙΣ - Ο ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ...ΥΠΕΓΡΑΨΕ ΤΗΝ ΚΑΤΑΔΙΚΗ ΜΑΣ
Το χρέος της χώρας είναι υπέρογκο. Ο λόγος όχι για την
Ελλάδα, αλλά για τη Γερμανία. Πριν από 62 χρόνια υπογράφηκε στο Λονδίνο η
συμφωνία για τη διαγραφή του γερμανικού χρέους.
Με την υπογραφή της συμφωνίας για την διαγραφή του γερμανικού χρέους στο Λονδίνο στις 27 Φεβρουαρίου του 1953 η γερμανική μεταπολεμική οικονομία έθετε τα θεμέλια του μετέπειτα «οικονομικού θαύματος», πιστεύει η Γερμανίδα ιστορικός Ούρσουλα Ρόμπεκ- Γιασίνσκι από το Πανεπιστήμιο της Στουτγάρδης:
«Η συμφωνία του Λονδίνου έπαιξε σημαντικό ρόλο στο λεγόμενο οικονομικό θαύμα της Γερμανίας. Μπορεί μάλιστα να υποστηριχθεί ότι χωρίς τη διαγραφή του χρέους δεν θα υπήρχε οικονομικό θαύμα».
Ο Γερμανός ειδικός σε ζητήματα χρέους Γιούργκεν Κάιζερ, μέλος του συνδέσμου erlassjahr.de για τη μείωση του χρέους των υπό ανάπτυξη χωρών, δηλώνει στην DW ότι για χρόνια οι Γερμανοί απωθούσαν το γεγονός ότι η χώρα τους μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο ήταν υπερχρεωμένη, όπως σήμερα η Ελλάδα ή κάποιες υπό ανάπτυξη χώρες:
«Μαθαίναμε τότε ότι το οικονομικό θαύμα οφειλόταν στην εργατικότητα του λαού μας και στους Αμερικανούς, οι οποίοι μας βοήθησαν με χρήματα και για αυτό εμείς τους στηρίζουμε όπου μπορούμε. Αυτά γνώριζα για τη περίοδο αυτή. Δυστυχώς ένα κομμάτι της ιστορίας μας αγνοήθηκε επιμελώς».
H Γερμανία δεν ήθελε λιτότητα και αποπληρωμή
Περίπου 70 χώρες είχαν απαιτήσεις έναντι της Γερμανίας τόσο από την προπολεμική, όσο και από την μεταπολεμική περίοδο. Το συνολικό χρέος της Γερμανίας ανέρχονταν γύρω στα 30 δισ. μάρκα. Ας σημειωθεί ότι το γερμανικό χρέος το 1953 αντιστοιχούσε μόλις στο 23% του ΑΕΠ. Ακόμα και για τις υπό ανάπτυξη χώρες ισχύει σήμερα ότι βρίσκονται σε κίνδυνο μόνο όταν το χρέος τους ξεπερνά το 40% του ΑΕΠ. Σήμερα το ελληνικό χρέος βρίσκεται στο 160% και μόνο οι πολύ αισιόδοξοι ευελπιστούν ότι θα μειωθεί στο 120%.
Για την Γερμανία του 1953 όμως η λιτότητα και η επιστροφή των δανείων δεν αποτελούσε επιλογή. Το αντίθετο! Η γερμανική οικονομία χρειαζόταν «φρέσκο» χρήμα για την ανοικοδόμηση της χώρας και την ενίσχυση της οικονομικής ανάπτυξης. Μετά από σκληρές διαπραγματεύσεις οι πιστώτριες χώρες συμφώνησαν στη διαγραφή σχεδόν του 50% του χρέους, ενώ για το υπόλοιπο προέβλεψαν τη μακροπρόθεσμη αναδιάρθρωσή του.
Η Ελλάδα συμφώνησε στη διαγραφή του γερμανικού χρέους
Παράλληλα η συμφωνία δημιούργησε τις προϋποθέσεις για να γίνει η Γερμανία εξαγωγική δύναμη. Διότι η Γερμανία ήταν υποχρεωμένη να εξυπηρετεί το χρέος της, μόνο αν κέρδιζε χρήματα από τις εξαγωγές. «Οι δανειστές της είχαν λοιπόν συμφέρον να αγοράζουν γερμανικά προϊόντα», λέει ο Γιούργκεν Κάιζερ. Κατά την άποψή του μια παρόμοια ρύθμιση θα μπορούσε να βοηθήσει και την Ελλάδα, η οποία όπως υπενθυμίζει ο Γερμανός ειδικός, λίγο πριν το ξέσπασμα της κρίσης δαπανούσε δισεκατομμύρια για γερμανικά τανκς.
«Αν εφαρμόσουμε κάτι αντίστοιχο στην Ελλάδα τότε οι Γερμανοί θα πάρουν πίσω τα χρήματά τους μόνο αν επιτρέψουν ένα πλεόνασμα στο ελληνικό εμπορικό ισοζύγιο. Και οι Έλληνες θα εξάγουν προϊόντα και θα φιλοξενούν στα ξενοδοχεία τους Γερμανούς τουρίστες μέχρι που να ξεπληρώσουν αυτά τα καταραμένα τεθωρακισμένα».
Η ιστορικός Ούρσουλα Ρόμπεκ-Γιασίνσκι τονίζει ότι δεν είναι εύκολη η σύγκριση της μεταπολεμικής Γερμανίας με τη σημερινή Ελλάδα. Παρόλα αυτά οι Γερμανοί, λέει, δεν θα έπρεπε να ξεχνούν στις διαπραγματεύσεις με την Ελλάδα ότι κάποτε και η Γερμανία ήταν υπερχρεωμένη και χρειάζονταν βοήθεια. Πόσο μάλλον που τότε στο Λονδίνο η Ελλάδα ανήκε στους δανειστές και αποδέχθηκε και εκείνη τη διαγραφή του χρέους της τότε Δυτικής Γερμανίας.
ΠΗΓΗ: dw.de
Υ.Γ Αν και το ζήτημα των προπολεμικών δανείων (13,5 δισ. γερμανικά μάρκα ή περίπου 7 δισ. ευρώ) παρέμεινε ανοιχτό κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων, οι οποίες ξεκίνησαν το 1951, τελικώς συμφωνήθηκε να μειωθούν στο ήμισυ (7,3 δισ. μάρκα ή 3,7 δισ. ευρώ). Το ίδιο ίσχυσε και για τα μεταπολεμικά, τα οποία υπολογίζονταν σε 15-16 δισ. γερμανικά μάρκα (8 δισ. ευρώ) και μειώθηκαν στα 7 δισ. μάρκα.
Συνολικά οι οφειλές αποπληρώνονταν σε ετήσιες δόσεις σχεδόν 540 εκατ. μάρκων (276 εκατ. ευρώ) έως το 1980. Το εν λόγω ποσόν καταβαλλόταν εύκολα από την ταχέως αναπτυσσόμενη Γερμανία του 1950, καθώς αντιστoιχούσε στο 4% των εξαγωγών της. Το τελευταίο μέρος των πολεμικών οφειλών της, πάντως, δόθηκε το 2010. Είχε προβλεφθεί ότι, σε περίπτωση επανένωσης των Γερμανιών, θα καταβάλλονταν επιπλέον τόκοι. Δημοσιεύθηκε:
Με την υπογραφή της συμφωνίας για την διαγραφή του γερμανικού χρέους στο Λονδίνο στις 27 Φεβρουαρίου του 1953 η γερμανική μεταπολεμική οικονομία έθετε τα θεμέλια του μετέπειτα «οικονομικού θαύματος», πιστεύει η Γερμανίδα ιστορικός Ούρσουλα Ρόμπεκ- Γιασίνσκι από το Πανεπιστήμιο της Στουτγάρδης:
«Η συμφωνία του Λονδίνου έπαιξε σημαντικό ρόλο στο λεγόμενο οικονομικό θαύμα της Γερμανίας. Μπορεί μάλιστα να υποστηριχθεί ότι χωρίς τη διαγραφή του χρέους δεν θα υπήρχε οικονομικό θαύμα».
Ο Γερμανός ειδικός σε ζητήματα χρέους Γιούργκεν Κάιζερ, μέλος του συνδέσμου erlassjahr.de για τη μείωση του χρέους των υπό ανάπτυξη χωρών, δηλώνει στην DW ότι για χρόνια οι Γερμανοί απωθούσαν το γεγονός ότι η χώρα τους μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο ήταν υπερχρεωμένη, όπως σήμερα η Ελλάδα ή κάποιες υπό ανάπτυξη χώρες:
«Μαθαίναμε τότε ότι το οικονομικό θαύμα οφειλόταν στην εργατικότητα του λαού μας και στους Αμερικανούς, οι οποίοι μας βοήθησαν με χρήματα και για αυτό εμείς τους στηρίζουμε όπου μπορούμε. Αυτά γνώριζα για τη περίοδο αυτή. Δυστυχώς ένα κομμάτι της ιστορίας μας αγνοήθηκε επιμελώς».
H Γερμανία δεν ήθελε λιτότητα και αποπληρωμή
Περίπου 70 χώρες είχαν απαιτήσεις έναντι της Γερμανίας τόσο από την προπολεμική, όσο και από την μεταπολεμική περίοδο. Το συνολικό χρέος της Γερμανίας ανέρχονταν γύρω στα 30 δισ. μάρκα. Ας σημειωθεί ότι το γερμανικό χρέος το 1953 αντιστοιχούσε μόλις στο 23% του ΑΕΠ. Ακόμα και για τις υπό ανάπτυξη χώρες ισχύει σήμερα ότι βρίσκονται σε κίνδυνο μόνο όταν το χρέος τους ξεπερνά το 40% του ΑΕΠ. Σήμερα το ελληνικό χρέος βρίσκεται στο 160% και μόνο οι πολύ αισιόδοξοι ευελπιστούν ότι θα μειωθεί στο 120%.
Για την Γερμανία του 1953 όμως η λιτότητα και η επιστροφή των δανείων δεν αποτελούσε επιλογή. Το αντίθετο! Η γερμανική οικονομία χρειαζόταν «φρέσκο» χρήμα για την ανοικοδόμηση της χώρας και την ενίσχυση της οικονομικής ανάπτυξης. Μετά από σκληρές διαπραγματεύσεις οι πιστώτριες χώρες συμφώνησαν στη διαγραφή σχεδόν του 50% του χρέους, ενώ για το υπόλοιπο προέβλεψαν τη μακροπρόθεσμη αναδιάρθρωσή του.
Η Ελλάδα συμφώνησε στη διαγραφή του γερμανικού χρέους
Παράλληλα η συμφωνία δημιούργησε τις προϋποθέσεις για να γίνει η Γερμανία εξαγωγική δύναμη. Διότι η Γερμανία ήταν υποχρεωμένη να εξυπηρετεί το χρέος της, μόνο αν κέρδιζε χρήματα από τις εξαγωγές. «Οι δανειστές της είχαν λοιπόν συμφέρον να αγοράζουν γερμανικά προϊόντα», λέει ο Γιούργκεν Κάιζερ. Κατά την άποψή του μια παρόμοια ρύθμιση θα μπορούσε να βοηθήσει και την Ελλάδα, η οποία όπως υπενθυμίζει ο Γερμανός ειδικός, λίγο πριν το ξέσπασμα της κρίσης δαπανούσε δισεκατομμύρια για γερμανικά τανκς.
«Αν εφαρμόσουμε κάτι αντίστοιχο στην Ελλάδα τότε οι Γερμανοί θα πάρουν πίσω τα χρήματά τους μόνο αν επιτρέψουν ένα πλεόνασμα στο ελληνικό εμπορικό ισοζύγιο. Και οι Έλληνες θα εξάγουν προϊόντα και θα φιλοξενούν στα ξενοδοχεία τους Γερμανούς τουρίστες μέχρι που να ξεπληρώσουν αυτά τα καταραμένα τεθωρακισμένα».
Η ιστορικός Ούρσουλα Ρόμπεκ-Γιασίνσκι τονίζει ότι δεν είναι εύκολη η σύγκριση της μεταπολεμικής Γερμανίας με τη σημερινή Ελλάδα. Παρόλα αυτά οι Γερμανοί, λέει, δεν θα έπρεπε να ξεχνούν στις διαπραγματεύσεις με την Ελλάδα ότι κάποτε και η Γερμανία ήταν υπερχρεωμένη και χρειάζονταν βοήθεια. Πόσο μάλλον που τότε στο Λονδίνο η Ελλάδα ανήκε στους δανειστές και αποδέχθηκε και εκείνη τη διαγραφή του χρέους της τότε Δυτικής Γερμανίας.
ΠΗΓΗ: dw.de
Υ.Γ Αν και το ζήτημα των προπολεμικών δανείων (13,5 δισ. γερμανικά μάρκα ή περίπου 7 δισ. ευρώ) παρέμεινε ανοιχτό κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων, οι οποίες ξεκίνησαν το 1951, τελικώς συμφωνήθηκε να μειωθούν στο ήμισυ (7,3 δισ. μάρκα ή 3,7 δισ. ευρώ). Το ίδιο ίσχυσε και για τα μεταπολεμικά, τα οποία υπολογίζονταν σε 15-16 δισ. γερμανικά μάρκα (8 δισ. ευρώ) και μειώθηκαν στα 7 δισ. μάρκα.
Συνολικά οι οφειλές αποπληρώνονταν σε ετήσιες δόσεις σχεδόν 540 εκατ. μάρκων (276 εκατ. ευρώ) έως το 1980. Το εν λόγω ποσόν καταβαλλόταν εύκολα από την ταχέως αναπτυσσόμενη Γερμανία του 1950, καθώς αντιστoιχούσε στο 4% των εξαγωγών της. Το τελευταίο μέρος των πολεμικών οφειλών της, πάντως, δόθηκε το 2010. Είχε προβλεφθεί ότι, σε περίπτωση επανένωσης των Γερμανιών, θα καταβάλλονταν επιπλέον τόκοι. Δημοσιεύθηκε:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Όλες οι απαντήσεις που έχουν ως στόχο να προάγουν τον διάλογο και την ανεύρεση της αλήθειας καλοδεχούμενες, σχόλια και απαντήσεις που είναι εκτός θέματος και δεν ταιριάζουν σε έλληνες θα απορρίπτονται χωρίς κανέναν ενδοιασμό .