ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΕΞΟΥΣΙΑ!!! ΜΕΡΟΣ Α

Η δικαστική εξουσία  είναι η κύρια και αποκλειστική υπεύθυνη
για τα όσα δεινά μαστίζουν την ελληνική κοινωνία.
Καθημερινά εγκληματεί εις βάρος των Ελλήνων.
Η ανικανότητά της κάνει θεσμικό τον ρόλο της τρομοκρατίας.

Γράφει ο Παναγιώτης Τραϊανού...

Η Ελληνική κοινωνία σήμερα κινδυνεύει περισσότερο από ποτέ, γιατί δεν "φυλάσσεται" από κανέναν. Αυτοί οι οποίοι έχουν ως ιερό καθήκον τους να είναι οι "φύλακές" της, είτε αλληθω­ρίζουν απέναντι στα όσα συμβαίνουν είτε κοιμούνται τον ύπνο του δικαίου. Ο γράφων πιστεύει —κι αυτό θα προσπαθήσει ν' αποδείξει στη συνέχεια— ότι το σύνολο των κοινωνικών προβλημάτων που μαστίζουν σήμερα την ελληνική κοινωνία οφείλονται στην υπολειτουργία του συστήματος δικαιοσύνης.
Από τα πιο σημαντικά μέχρι τα πιο ασήμαντα προβλήματα, που βασανίζουν τον Έλληνα πολίτη, υπεύθυνη είναι η δικαιοσύνη. Ακόμα και για τη
σημερινή ανεργία αυτή ευθύνεται. Δεν φταίει ούτε ο λαός ούτε η εκάστοτε κυβέρνηση για την αθλιότητα που μαστίζει αυτόν τον τόπο. Φταίνε αυτοί, που δουλειά τους είναι να προστατεύουν τον λαό από τους δημαγωγούς και τους κλέφτες και βέβαια να περιορίζουν την κάθε διεφθαρμένη κυβέρνηση.
Θα πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά, για να καταλάβει ο αναγνώστης τι ακριβώς ισχυριζό­μαστε, αφού εκ πρώτης όψεως φαίνεται αν μη τι άλλο άδικο να κατηγορούμε έναν Αρεοπαγίτη για την ανεργία και τα οικονομικά προβλήματα που μαστίζουν αυτήν τη στιγμή τον ελληνικό λαό. Ποιος δεν έχει ακούσει την περίφημη φράση ότι …ο κάθε λαός κυβερνάται από αυτούς που του αξίζει; Ποιος δεν έχει "φορτώσει" το σύνολο των ευθυνών για τη σημερινή αθλιότητα στον λαό; Ποιος δεν έχει πει ότι αξίζει ο ελληνικός λαός αυτούς που τον κυβερνάν; Αυτό είναι λάθος. Ο ελληνικός λαός έχει κάνει το καθήκον του και αυτό το καθήκον "αποτυπώνεται" στο Σύνταγμά του. Ο λαός αυτός έχυσε το "αίμα" του, προκειμένου να κάνει το καθήκον αυτό. Όποτε χρειάστηκε δεν δίστασε μπροστά στη θυσία. Ο λαός αυτός θυσίασε τα καλύτερα και ικανότερα παιδιά του για να ζήσει ελεύθερος και έκανε το ίδιο, προκειμένου να δημιουργήσει το Σύνταγμα που του εξασφαλίζει τη δημοκρατία. Ο λαός δημιούργησε αυτά τα οποία έπρεπε να δημιουργήσει. Από εκεί και πέρα τα περιθώριά του είναι στενά. Είτε ως σύνολο είτε ως άτομα, οι πολίτες δεν έχουν πολλές δυνατότητες.
Ως σύνολο ο λαός ξεσηκώνεται μόνον όταν πρέπει να υπάρξουν θεμελιακές αλλαγές, που αφορούν τον τρόπο λειτουργίας του συστήματος. Ο λαός ξεσηκώνεται, για παράδειγμα, όταν πρέπει ν' απαλλαγεί από έναν ξένο κατακτητή. Ο λαός ξεσηκώνεται, όταν θέλει ν' απαλλαγεί από έναν ομοεθνή του τύραννο. Ο λαός ξεσηκώνεται, όταν θέλει να "περάσει" από ένα συνταγματικό καθεστώς σε ένα άλλο. Από τη στιγμή που θα καταφέρει τον στόχο του και είναι ικανοποιημένος με την επιλογή του, δεν έχει λόγο να κινητοποιηθεί ξανά ως σύνολο. Το ότι για παράδειγμα το πολίτευμα-επιλογή του υπολειτουργεί εξαιτίας της αυθαιρεσίας της εξουσίας, δεν είναι δική του δουλειά να το ελέγξει. Το ότι η επιλογή του έχει αρχίσει να εκφυλίζεται και να παρουσιάζει εκτεταμένα φαινόμενα διαφθοράς, δεν είναι δική του δουλειά να την περιορίσει. Αυτές είναι δουλειές του οργάνου, που προβλέπεται από το ίδιο το Σύνταγμα να ελέγχει την εξουσία.
Κάτι ανάλογο συμβαίνει και στην περίπτωση του πολίτη ως ατόμου. Δεν μπορεί ο πολίτης να κάνει τον χωροφύλακα ή τον εισαγγελέα, προκειμένου να λειτουργεί το πολίτευμα. Δεν μπορεί ο πολίτης να τρέχει στις δημόσιες υπηρεσίες, για να τραβάει τα αυτιά των τεμπέληδων και διε­φθαρ­μένων "υπηρετών" του. Ακόμα και τις λίγες φορές που θ' αποφασίσει να κινηθεί εναντίον του συστήματος, οι δυνατότητές του είναι μικρές. Άλλες φορές για λόγους εύρυθμης λειτουργίας του συστήματος και άλλες φορές εκ του πονηρού, η εξουσία —για ν' αποφεύγει τον άμεσο έλεγχο— έχει "θωρακιστεί" με νόμους, που περιορίζουν την ελεγκτική δυνατότητα του πολίτη. Δεν μπορεί ο πολίτης να έχει έναν εισαγγελέα διαρκώς πάνω από το κεφάλι του πρωθυπουργού, αλλά, δυστυχώς και όταν αυτό είναι ανάγκη, δεν μπορεί να το κάνει.
Όμως, από τη στιγμή που τίποτε δεν λειτουργεί σωστά, υπάρχει πρόβλημα, το οποίο κάποιος πρέπει να το χρεωθεί. Ποιος όμως θα χρεωθεί τη σημερινή συνταγματική υπολειτουργία; Ο λαός ή οι συνταγματικά νόμιμοι ελεγκτές του Συντάγματος; Τι ελεγκτικές δυνατότητες έχει ο λαός με βάση το Σύνταγμα; Τι ελεγκτικές δυνατότητες έχει, όταν ο κοινός διαχειριστικός νόμος προστα­τεύει τους παράνομους διαχειριστές από τους νόμιμους ιδιοκτήτες; Από τη στιγμή που κάθε μέρα καταλύονται συνταγματικοί νόμοι και άρα καταλύεται το Σύνταγμα, στον λαό-ιδιοκτήτη απομένει μόνον μία δυνατότητα. Η δυνατότητα του βίαιου ελέγχου, ο οποίος μάλιστα είναι και νόμιμος. Γιατί; Γιατί το δημοκρατικό μας Σύνταγμα έχει επιλέξει ως άμυνά του τη βία απέναντι στον οποιονδήποτε το καταλύει. Ο λαός, δηλαδή, αν αντιληφθεί ότι υπολειτουργεί το Σύνταγμα, είτε επειδή διαφθείρονται οι υπηρέτες του είτε επειδή κοιμούνται οι φύλακές του, έχει όχι απλά κάθε νόμιμο δικαίωμα, αλλά υποχρεούται ν' ασκήσει βία απέναντι σ' αυτούς που μπορεί ν' αποδείξει ότι με τις πράξεις τους ή με τις μη-πράξεις τους οδηγούν το Σύνταγμα σε κατάλυση.
Η βία, όσο κι αν αυτό φαίνεται εκτός της πολιτισμικής μας λογικής, δεν πρέπει να μας φαίνεται σαν κάτι το παράξενο. Υπάρχει ως κύριο δεδομένο μιας ανθρώπινης κοινωνίας. Αυτό είναι ένα δεδομένο, που ποτέ δεν πρέπει να ξεχνάμε. Ο άνθρωπος, από τη στιγμή που έχει από τη φύση του ζωικά χαρακτηριστικά και άρα και τα ένστικτα της επιβίωσης, είναι αδύνατον να μην εκδηλώσει βία όταν απειληθεί. Αυτή είναι η φύση και ο άνθρωπος —όσο πολιτισμένος και να είναι— δεν παύει να είναι μέλος της. Υπάρχει πολιτισμένος άνθρωπος που εξαιτίας του πολιτισμού του δεν τρώει ή δεν αποπατεί, όπως κάνουν τα κατώτερα ζωικά είδη; Στο επίπεδο αυτό δεν διαφέρει σε τίποτε από έναν σκύλο ή μια γάτα. Έχει ζωικές ανάγκες, που πρέπει να τις ικανοποιήσει, γιατί σε άλλη περίπτωση δεν θα επιβιώσει. Ο πολιτισμός ξεκινάει πάνω από το επίπεδο που προσδιορίζει η φύση και βέβαια τα ένστικτα.
Σε γενικές γραμμές ο άνθρωπος είναι πολιτισμένος μόνον όταν είναι χορτάτος. Όταν αγω­νίζεται για την επιβίωση, ο πολιτισμός είναι κάτι το δευτερεύον. Αυτό είναι λογικό. Πρώτα εξασφα­λίζεις την επιβίωση και μετά την ποιότητα ζωής. Πρώτα εξασφαλίζεις τη στατικότητα ενός κτιρίου και μετά ασχολείσαι με την εργονομία και τη διακόσμηση των εσωτερικών χώρων. Πρώτα ασχο­λείσαι με τα βασικά και μετά με τις πολυτέλειες. Αν δεν τηρηθεί αυτή η σειρά, υπάρχει πρόβλημα. Όπως μπορείς να καταστραφείς, αν ασχολείσαι αποκλειστικά με την εργονομία ενός κτιρίου, σε περίπτωση που αυτό καταρρεύσει από την αμέλειά σου, έτσι μπορεί και ένας πολιτισμένος άνθρωπος να αφανιστεί, αν δεν μπορεί να επιβιώσει κατ' αρχήν στο ζωικό επίπεδο.
Αν βρεθείς μέσα στην έρημο και δεν είσαι έτοιμος να σπρώξεις σαν ζώο για να πιεις νερό, μπορεί οι υπόλοιποι να μην σεβαστούν την ευγένειά σου και να πεθάνεις. Το καλύτερο όμως που έχεις να κάνεις, πολύ πριν αρχίσεις να σπρώχνεσαι, είναι να δείξεις σε όλους ότι είσαι διατε­θειμένος να το κάνεις. Δείχνεις τις προθέσεις σου πολύ πριν χρειαστεί να το αποδείξεις. Καλά είναι να τηρούμε τη σειρά ως πολιτισμένοι άνθρωποι, αλλά πρέπει πάντα να είμαστε έτοιμοι —και αυτό να το δείχνουμε— ακόμα και για τον υπέρ πάντων αγώνα της επιβίωσης. Αυτό σημαίνει ότι τον πολιτισμένο άνθρωπο τον αναζητάς μόνον όταν έχει επιλύσει τα προβλήματα επιβίωσής του. Όταν αυτό πάψει να υφίσταται ως δεδομένο, τα πράγματα αλλάζουν και γίνονται πολύ πιο επικίνδυνα. Όταν ακόμα και το πιο αγαθό ζώο της φύσης γίνεται βίαιο, όταν απειλείται η επιβίωσή του, αντιλαμβανόμαστε ότι η βία του ευφυούς ανθρώπου είναι κατά πολύ πιο επικίνδυνη σε περίπτωση εκδήλωσής της.
Από τη στιγμή που κάποιοι με τις πράξεις τους απειλούν τα ιερά και όσια του ανθρώπου, θα πρέπει να γνωρίζουν ότι κινδυνεύουν. Όταν με τις πράξεις σου καταλύεις το Σύνταγμα, θα πρέπει να ξέρεις τι κάνεις και πόσο επικίνδυνο είναι αυτό το οποίο κάνεις. Η κατάλυση του Συντάγματος είναι δυνατόν να πυροδοτήσει φαινόμενα βίας, που δεν θα έχουν προηγούμενο. Γιατί; Για πολλούς λόγους. Είναι αδύνατον να μην έρθει αντιμέτωπος με τη βία ένας άνθρωπος, που με τις πράξεις του απειλεί την επιβίωση των μελών μιας ολόκληρης κοινωνίας. Είναι αδύνατον να μην έρθει αντιμέτωπος με τη βία ένας άνθρωπος, που πετάει στον κάλαθο των αχρήστων τη θυσία και το αίμα αυτών που αγωνίστηκαν, για να μας προσφέρουν ελευθερία και συνταγματικά δικαιώματα. Είναι αδύνατον να μην έρθει αντιμέτωπος με τη βία αυτός ο οποίος κάνει ταυτόχρονα καί τα δύο. Αυτός δηλαδή που απειλεί με τις πράξεις του την επιβίωσή μας και ταυτόχρονα χρωστάει το εξουσιαστικό του "πόστο" σε ανθρώπους που θυσιάστηκαν, για να έχουν οι απλοί άνθρωποι αυτού του είδους τα "πόστα".
Τα πράγματα είναι εξαιρετικά απλά. Αποτελεί ιερό καθήκον για μια κοινωνία να μπορεί να διατηρεί δυνάμεις, που θα απειλούν ανά πάσα στιγμή με βία τους άχρηστους υπηρέτες της. Στην περίπτωση αυτήν ισχύει για την κοινωνία ό,τι ισχύει για τη γυναίκα του Καίσαρα. Όπως για τη γυναίκα του Καίσαρα δεν αρκεί να είναι ενάρετη, αλλά και να φαίνεται τέτοια, έτσι συμβαίνει και με την κοινωνία των ανθρώπων. Πρέπει η ανθρώπινη κοινωνία, όσο πολιτισμένη κι αν είναι, να φαίνεται βίαιη και όχι μόνον να είναι —που έτσι κι αλλιώς αυτό είναι κάτι το οποίο ισχύει, είτε μας αρέσει είτε δεν μας αρέσει—. Πρέπει η ανθρώπινη κοινωνία πρώτα να δείχνει τη ρώμη της και μετά τον πολιτισμό της. Πρέπει να δείχνει τη σωματική της "υγεία" και τα ζωικά αντανακλαστικά της και μετά το "πνεύμα" της και τον πολιτισμό της.
Τι θέλουμε να πούμε; Το εξής πολύ απλό. Πρέπει η κοινωνία να εκπέμπει μόνιμα ένα "μήνυμα", προς όλους όσους θελήσουν να την αδικήσουν, ότι δεν θα είναι εύκολη υπόθεση η υποταγή της. Από τη στιγμή που υπάρχει έστω και θεωρητικά η περίπτωση τα όργανα του πολιτεύματος που την προστατεύουν να μην λειτουργήσουν όπως προβλέπεται, πρέπει η κοινωνία να φαίνεται βίαιη πολύ πριν αναγκαστεί στο όνομα των ενστίκτων της επιβίωσης να εκδηλώσει βία. Πρέπει η βία να επικρέμεται μόνιμα ως απειλή προς τους εχθρούς της, πολύ πριν αυτοί αναγκα­στούν να πληρώσουν το κόστος της. Πρέπει η βία να λειτουργεί χωρίς κόστος, προτού αρχίσει να γίνεται δαπανηρή. Πρέπει να λειτουργεί με τη δωρεάν "θέα" της και όχι με την ακριβή "πράξη" της.
Γιατί μιλάμε για κόστος; Γιατί έτσι λειτουργεί η φύση και ο άνθρωπος ανήκει σ' αυτήν. Η ανθρώπινη κοινωνία είναι από τη φύση της βίαιη, γιατί έτσι είναι οι κοινωνίες όλων των ζωικών "ειδών", όταν αντιλαμβάνονται απειλή. Όμως, αυτήν τη βία το κάθε "είδος" πρέπει να την επι­δει­κνύ­ει πολύ πριν αναγκαστεί να τη χρησιμοποιήσει. Αυτή η επίδειξη βίας λειτουργεί ως απο­τρεπτικό μέσο για την "οικονομία" της φύσης. Το τσακάλι ποτέ δεν θα πληρώσει άσκοπη βία εξαιτίας του λιονταριού. Γιατί; Γιατί και μόνο με τη θέα του θα περιοριστεί σ' αυτά που του αντιστοιχούν. Με μια ματιά αποφεύγεται το περιττό. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με τους ανθρώπους. Η επίδειξη δύναμης και άρα η απειλή της βίας συμφέρει πάντα, γιατί είναι πολύ φτηνή. Πολλοί άνθρωποι αποφεύγουν την άσκοπη βία, όταν, βλέποντας την όψη του απέναντί τους, καταλαβαίνουν ότι θα πληρώσουν ακριβά την αθλιότητά τους, σε περίπτωση που θα επιχειρήσουν να τον αδικήσουν.
Το αντίστοιχο συμβαίνει και με την ανθρώπινη κοινωνία και τους εξουσιαστές της. Πρέπει να είναι ορατή η ζωική ρώμη της κοινωνίας. Πρέπει να ξέρουν οι "υπηρέτες" μας ότι η εξουσία που διαχειρίζονται δεν θα τους σώσει, όταν δεν σέβονται το Σύνταγμα. Όταν δεν σέβονται εκείνον τον νόμο που νομιμοποιεί την εξουσία τους και άρα την ύπαρξή τους. Όταν δεν σέβονται τον υπέρτατο νόμο, που εξασφαλίζει την εύρυθμη λειτουργία της κοινωνίας και διασφαλίζει τις κατακτήσεις της. Πρέπει να το ξέρουν, γιατί είναι ένα δωρεάν "μάθημα" πολύ χρήσιμο για τους ίδιους. Ένα "μάθημα", που, αν δεν το καταλάβεις, θα έρθεις αντιμέτωπος με ταχύτατα κινούμενα μεταλλικά αντικείμενα, που ονομάζονται σφαίρες. Θα έρθεις αντιμέτωπος με όχλους, που θα θελήσουν να ξεκολλήσουν τη σάρκα σου από τα κόκαλά σου. Πρέπει να μάθεις να εκτιμάς το δωρεάν πολύ πριν αναγκαστείς για το ίδιο "μάθημα" να πληρώσεις.
Γι' αυτόν τον λόγο μιλήσαμε για ιερό καθήκον της κοινωνίας να διατηρεί μέσα της δυνάμεις που εκφράζουν την αρχέγονη βία του ανθρώπινου "είδους". Αποτελεί ιερό καθήκον του λιοντα­ριού να επιδεικνύει τη δύναμή του, για να διασφαλίζει —όταν μπορεί— χωρίς περιττή μάχη την ύπαρξή του. Πρέπει να μπορεί να βρυχάται προειδοποιητικά πολύ πριν αναγκαστεί να επιτεθεί. Ένα "εκπολιτισμένο" και "βουβό" λιοντάρι, που δεν αντιδρά στη λεηλασία του από τα τσακάλια, θα πέσει αρχικά θύμα της εκμετάλλευσής τους, αλλά στο τέλος θ' αναγκαστεί να τα σκοτώσει.
Ένα "εκπολιτισμένο" λιοντάρι, που δεν δείχνει εξ αρχής τη φύση του, υποτίθεται για ν' αποφύγει στο όνομα του πολιτισμού κάποιες αψιμαχίες, στο τέλος θ' αναγκαστεί να δώσει τον υπέρ πάντων αγώνα. Αυτό είναι ό,τι χειρότερο. Γιατί; Γιατί το ίδιο, εξαιτίας της βλακείας του, επέτρεψε στο κάθε ψωροτσακάλι να υπερβεί τις δυνατότητες του "είδους" του και το ίδιο στη συνέχεια —και αναγκαστικά— έγινε φονικό, εξαιτίας της δικής του λανθασμένης συμπεριφοράς. Αν η συμπεριφορά του ήταν εξ αρχής η σωστή, δεν θα είχαμε δυσάρεστα φαινόμενα. Ούτε το λιοντάρι θα είχε υποστεί στέρηση μέχρι καχεξίας ούτε τα τσακάλια θα έπεφταν θύματα βίας. Αντιλαμβανόμαστε ότι ένας βλάκας λέοντας "κοστίζει" στη φύση. Ένας βλάκας λέοντας απειλεί την "οικονομία" της και ως εκ τούτου είναι ανεπιθύμητος ως φαινόμενο.
Η κάθε ανθρώπινη κοινωνία είναι ένας τέτοιος λέοντας. Ένας πανίσχυρος και μεγαλόσωμος λέοντας. Τα τσακάλια του παραδείγματός μας είναι οι λίγοι άνθρωποι, που με την άδειά του τον κυβερνούν. Αν αυτός ο λέοντας δεν σέβεται τη φύση του, σύντομα θα έχουμε φαινόμενα αρνητικά. Σύντομα τα τσακάλια θ' αποθρασυνθούν και θ' αρπάξουν κομμάτια μεγαλύτερα από αυτά που δικαιούνται και βέβαια προβλέπονται. Σύντομα ο λέοντας θ' αρχίσει να αγγίζει τα όρια της επιβίωσης. Όταν θ' αγγίξει αυτά τα όρια, τα τσακάλια θα έρθουν αντιμέτωπα με τα ένστικτά του και αυτό δεν θα τους αρέσει. Τα ένστικτα ποτέ δεν κάνουν λάθος. Η ευφυΐα μπορεί ν' αλλάξει τα χαρακτηριστικά κάποιου "είδους". Η ευφυΐα μπορεί να κάνει έναν λέοντα να φέρεται σαν κατοικίδιος σκύλος. Τα ένστικτα όμως θα τον επαναφέρουν στη λεοντεία φύση του. Για όσο διάστημα τα τσακάλια θα έχουν απέναντι τους έναν προβλέψιμο και δειλό κατοικίδιο σκύλο, θα τον εκμεταλλεύονται. Όταν όμως ξυπνήσουν τα ένστικτά του, θα "κλάψουν".
Αυτό το αναίτιο κόστος είναι που πρέπει ν' αποφευχθεί και γι' αυτό είναι χρήσιμη η επίδειξη δύναμης. Είναι απαραίτητος ο βρυχηθμός και είναι απαραίτητη μια στοιχειώδης απειλή βίας πριν φτάσουμε στη γενική σύγκρουση. Είναι επικίνδυνος για την ισορροπία της φύσης ένας βλάκας λέοντας, που διαρκώς σφάλει στις συμπεριφορές του και στη συνέχεια επαναφέρει τα πραγματικά δεδομένα με τρομερό κόστος. Για τους ίδιους λόγους είναι επικίνδυνη για την ισορροπία της ανθρώπινης φύσης μια κοινωνία "υπνωτισμένη", που λειτουργεί ως βλάκας και στη συνέχεια αναγκάζεται ν' αντιδράσει βίαια. Έχει κόστος να παριστάνεις τον βλάκα και στη συνέχεια να πολλα­πλασιάζεις αυτό το κόστος —όταν αναγκαστικά χύνεις αίμα—, γιατί δεν μπορείς να επι­βιώσεις διαφο­ρετικά. Έχει τεράστιο κόστος ν' αφήνεις να σε εκμεταλλεύονται και στη συνέχεια να παίρνεις κεφάλια.
Αυτή είναι η φύση της οποίας ο άνθρωπος είναι μέλος. Πότε κάποιος άνθρωπος σεβάστηκε κάποιον συνάνθρωπό του μόνον και μόνον επειδή αυτός ήταν πολιτισμένος; Οι άνθρωποι συγκρούονται μεταξύ τους για την επιβίωση. Άλλες φορές με την ευφυΐα και άλλες φορές με τη βία προσπαθούν να επικρατήσουν ακόμα και έναντι ανθρώπων ισχυρότερων από αυτούς. Πόσο μάλλον όταν απέναντί τους υπάρχει κάποιος αδύναμος. Υπάρχει άνθρωπος ο οποίος να είχε απέναντί του έναν κουτό πλούσιο, που να ήταν ταυτόχρονα και σακάτης και να τον σεβάστηκε; Να σεβάστηκε την περιουσία ή τη γυναίκα του; Υπάρχει άνθρωπος που να μπορεί να λύσει τα προβλήματά του εις βάρος του αδύναμου απέναντί του και να τον σεβάστηκε; Που να μην χρησιμοποίησε εις βάρος του την πνευματική ή ζωική υπεροχή του; Αν ήταν τόσο καλός ο άνθρωπος από τη φύση του, γιατί λειτουργεί με νόμους; Γιατί λειτουργεί με βάση τις απειλές που συνεπάγεται η καταπάτηση των νόμων;
Ο άνθρωπος σέβεται σίγουρα και απόλυτα τον συνάνθρωπό του μόνον εξαιτίας κάποιου φόβου. Ακόμα και όταν δεν υπάρχει νόμος που να τον περιορίζει, φοβάται να ξεπεράσει κάποια όρια. Φοβάται να ξεπεράσει όρια που ενεργοποιούν ένστικτα και μετατρέπουν τους ανθρώπους σε ανθρωποκτόνα θηρία. Σέβεται τον συνάνθρωπό του και την κοινωνία, επειδή έχει ενστικτώδη αντίληψη της ανθρώπινης κοινωνίας. Σέβεται, επειδή έχει αντίληψη της ζωικής της προέλευσης. Σέβεται, γιατί φοβάται ότι, όταν θα ξεπεράσει τα όρια, θα έρθει αντιμέτωπος με επικίνδυνα φαινόμενα. Φοβάται μόνιμα τον συνάνθρωπό του, γιατί δεν υπάρχει περίπτωση να μην εμφα­νιστούν αυτά τα όρια, όσο πολιτισμένος κι αν είναι αυτός ο οποίος βρίσκεται απέναντί του. Βίασε το παιδί του πιο πολιτισμένου ανθρώπου και, αν σε πιάσει επ' αυτοφώρω, περίμενε επιχειρήματα περί της κακότητας του βιασμού. Από τα έντερά σου θα σε κρεμάσει. Ο πολιτισμός του είναι για το παιδί του και όχι για το ζώο που θα το απειλήσει. Στο παιδί του, για να το παρηγορήσει, θα του διαβάσει ποίηση, αλλά την ίδια ώρα εσύ θα κρέμεσαι από το ταβάνι.
Ακόμα και οι πιο μεγάλοι κακοποιοί αυτό το γνωρίζουν και το σέβονται. Ποτέ δεν πραγματο­ποιούν αθλιότητες εις βάρος αυτών που θεωρούν πολιτισμένους μόνο και μόνο επειδή υποτιμούν τις αντιδράσεις τους και θεωρούν ότι δεν κινδυνεύουν. Η αθλιότητα ξυπνά την ανθρώπινη "θηριωδία" και αυτό ισχύει για όλους. Είναι άλλο πράγμα ο πολιτισμός και άλλο πράγμα η ρώμη. Ποιος πολιτισμένος άνθρωπος δεν απέφυγε δυσκολίες, επειδή εκτός από το πνεύμα του έδειχνε και ρωμαλέος; Ποιος πολιτισμένος άνθρωπος δεν αισθάνθηκε ότι τα επιχειρήματά του ακούγονται καλύτερα, όταν ταυτόχρονα το σώμα του "εξέπεμπε" μηνύματα δύναμης; Η ίδια πολιτισμένη φωνή βγαίνει πιο "δυνατά" όταν βγαίνει μέσα από ένα ρωμαλέο σώμα. Η ίδια πολιτισμένη κοινωνία δείχνει πιο δυνατή όταν έχει ρωμαλέο κορμό. Η "φωνή" της κοινωνίας είναι το Σύνταγμά της. Από αυτό κρίνεται ο πολιτισμός της. Αν όμως αυτήν τη "φωνή" κάποιο ζώο δεν την σέβεται, καλό είναι η κοινωνία να δείχνει και τα "μπράτσα" της. Δυναμώνει η "φωνή" της όταν φαίνονται τα "μπράτσα" της.
Αντιλαμβάνεται ο αναγνώστης τι θέλουμε να πούμε; Ο λαός αγωνίστηκε και έχυσε το αίμα του προκειμένου να εξασφαλίσει και στη συνέχεια να διασφαλίσει τα δικαιώματά του. Όμως, αυτά τα δικαιώματα, που κόστισαν αίμα, δεν τα αφήνεις στην τύχη τους. Πρέπει διαρκώς η κοινωνία να "δείχνει" ότι είναι έτοιμη ν' ασκήσει ακόμα και βία σε περίπτωση που κάποιος τα απειλήσει. Δεν χαρίστηκε τίποτε στον άνθρωπο για να το αφήσει στην τύχη ή στην καλή διάθεση των κρατούντων. Απλά, για λόγους καθαρά πρακτικούς, ο λαός δεν μπορεί να ελέγχει σε καθημερινό επίπεδο. Ο λαός είναι ο φοβερός και τρομερός προστάτης αυτών που ελέγχουν τις εξουσίες στο όνομά του. Ο λαός είναι ο φοβερός και τρομερός τιμωρός αυτών που δεν κάνουν το καθήκον τους. Αυτό όμως πρέπει η κοινωνία να το δείχνει, για να μπορούν να λειτουργούν τα πράγματα στο καθημερινό επίπεδο. Αποτελεί καθήκον της να το δείχνει.
Εξαντλώντας την ευφυΐα του και τη ρώμη του —αυτό το τρομερό "τέρας", που κατά καιρούς επαναστάτησε— δημιούργησε έναν θεσμό, που έχει ελεγκτικό χαρακτήρα και ο οποίος απαιτεί για τη λειτουργία του συγκεκριμένα χαρακτηριστικά από την πλευρά αυτών που τον στελεχώνουν. Αυτός ο θεσμός είναι το σύστημα δικαιοσύνης. Ο θεσμός, που όταν ψάχνει πρέπει να έχει τα μάτια του "ορθάνοικτα" και όταν κρίνει πρόσωπα να είναι "τυφλός". Αυτός ο θεσμός δεν απαιτεί από τα στελέχη του ιδιαίτερα προσόντα, αλλά απαιτεί ακεραιότητα. Απαιτεί από αυτόν που εισέρχεται στη δομή αυτού του θεσμού να είναι ακέραιος. Αυτή η θέση είναι η θέση του "λειτουργού" της δικαιοσύνης. Πάντα μια θέση αποτελεί "λειτούργημα", όταν αυτός ο οποίος την καταλαμβάνει δεν ελέγχεται από φυσικό πρόσωπο. Όταν αυτός ο οποίος σε περιορίζει είναι μια αφηρημένη έννοια και ελεγκτής σου είναι η συνείδησή σου, υπάρχει λειτούργημα. "Λειτουργός" είναι αυτός ο οποίος περιορίζεται από την έννοια της πίστης, της δικαιοσύνης, του καθήκοντος, της αγάπης, της υγείας, της ενημέρωσης κλπ..
Όταν αυτός ο λειτουργός δεν σέβεται την εμπιστοσύνη αυτού που τον διόρισε και ο οποίος για τον οποιονδήποτε λόγο δεν μπορεί να τον ελέγξει άμεσα, η απειλή σε περίπτωση απιστίας του πάντα είναι μεγαλύτερη και πιο επώδυνη από μια απλή απόλυση, όπως συμβαίνει με τους υπαλλήλους ή τους εργάτες, οι οποίοι έχουν φυσικούς προϊσταμένους. Η απειλή για τους λειτουργούς είναι πάντα ο "θάνατος" με ή χωρίς εισαγωγικά. Αυτά δεν τα λέμε εμείς, επειδή είμαστε εξόχως βάρβαροι και αιμοδιψείς. Δεν τα λέμε, επειδή είμαστε απολίτιστοι. Αυτά τα λέμε, επειδή γνωρίζουμε τον άνθρωπο και την κοινωνία του. Επειδή γνωρίζουμε πόσο κόστος έχει πληρώσει για να δημιουργήσει τους θεσμούς που τον προστατεύουν. Επειδή γνωρίζουμε πώς αντιδρά ο ίδιος όταν αδικείται κι επειδή γνωρίζουμε με πόσο πάθος κάποιοι άλλοι προσπαθούν να τον αδικήσουν. Το λέμε, επειδή γνωρίζουμε ότι συμφέρει οικονομικά η προδοσία. Επειδή γνωρίζουμε ότι αποδίδει οικονομικά, όταν ένας "λειτουργός" αποφασίζει να υποταχθεί σε φυσικό πρόσωπο. Αποδίδει οικονομικά, όταν ο "λειτουργός" μετατρέπεται σε υπάλληλο ιδιωτικών συμφερόντων και παύει να υπηρετεί να κοινά συμφέροντα.
Άλλωστε αυτά τα οποία λέμε δεν είναι και πρωτοφανή. Μήπως και ο Θεός είναι βάρβαρος, αιμοδιψής και απολίτιστος; Αυτός δεν ήταν που υποσχέθηκε βέβαιο και βίαιο θάνατο στους ανάξιους λειτουργούς Του; Αυτός, ξεπερνώντας ακόμα και αυτά τα όρια, δεν τους υποσχέθηκε μόνον απλό θάνατο αλλά και οδυνηρό ταυτόχρονα; Τους είπε μήπως ότι θα τους απολύσει αν επιστρέψει και κρίνει ότι δεν κάνουν καλά τη δουλειά τους; Υπάρχει άνθρωπος που να θεωρεί τον Θεό απολίτιστο, επειδή είναι υπέρ του δέοντος σκληρός σ’ ό,τι αφορά τον έλεγχο των λειτουργών Του; Τον Θεό δεν τον λατρεύουμε ως Πάνκαλο και Πανάγαθο; Όλοι μας δεν θεωρούμε δίκαιη την κρίση Του; Αυτός δεν μας προσφέρει "λειτουργούς", για να μας υπηρετήσουν, εφόσον μας αντιλαμβάνεται σαν παιδιά Του; Όταν όμως εξαιτίας της απουσίας Του δεν μπορεί να τους ελέγξει, τους αναγκάζει να περιορίζονται μόνον από την πίστη τους. Ποια θα ήταν η δίκαιη τιμωρία τους σε περίπτωση απιστίας τους; Τους εμπιστεύεται τη διαχείριση της περιουσίας Του, τους προσφέρει κοινωνική προβολή με ελάχιστα προσόντα, τους εμπιστεύεται τα παιδιά του, που από την ικανοποίησή τους εξαρτάται και η δική Του πατρική Εικόνα. Τι τους περιμένει αν Τον απειλούν με γενική καταστροφή; Θάνατος χωρίς κανένα έλεος.
Ακριβώς το ίδιο συμβαίνει και με το Σύνταγμα. Το Σύνταγμα είναι αυτό το οποίο ορίζει ότι ο "θεός" της κοινωνίας είναι ο πολίτης. Τόνοι αίματος έχουν απαιτηθεί προκειμένου να συνταχθεί αυτός ο νόμος, που διασφαλίζει τα δικαιώματα αυτού του "θεού". Ο πολίτης εμπιστεύεται στους λειτουργούς τού Συντάγματος τα πάντα. Όταν αυτός ο μικρός "θεός" θα κληθεί να ενεργήσει, επειδή αντιληφθεί απειλή, πώς θα ενεργήσει; Αυτός δεν είναι "παιδί" Του Πατέρα του. Ως μικρός "θεός" δεν θ’ αναγκαστεί να "κεραυνοβολήσει" τους απίστους; Ως ανθρώπινος θεός δεν θα πυροβολήσει, είτε φανερά είτε κρυφά τους ανάξιους λειτουργούς; Από τη στιγμή που η απιστία στη "δουλειά" σου απειλεί το μέλλον εκατομμυρίων ανθρώπων, δεν υπάρχει απόλυση. Απόλυση υπάρχει μόνον όταν η δουλειά σου απειλεί την ποιότητα κάποιων λίγων προϊόντων και η ζημιά θα έχει αντίκτυπο αποκλειστικά σε κάποιες λίγες τσέπες. Όταν η "δουλειά" σου επηρεάζει τη λειτουργία της κοινωνίας, η τιμωρία για την απιστία είναι θάνατος.
Μιλάμε για πραγματικό θάνατο, τη στιγμή που εμείς οι ίδιοι πιστεύουμε —και το θεωρούμε ως ένα από τα βασικά θεμέλια της ιδεολογίας μας— ότι το πολυτιμότερο αγαθό είναι η ζωή. Τι συμβαίνει; Υπάρχει αντίφαση σ’ αυτά που λέμε; Όχι βέβαια. Απλά τα πράγματα είναι πολύ πιο σύνθετα απ’ όσο φαίνονται. Η ανθρώπινη ζωή, που δεν ανταλλάσσεται με όλον τον πλούτο του κόσμου, υπάρχει πιθανότητα να είναι πιο φτηνή και από ένα χιλιάρικο. Γιατί; Γιατί δεν αποτελεί την απόλυτη αξία. Η αξία της πάντα εκτιμάται με βάση τη σύγκριση. Μια ζωή έχει ανυπολόγιστη αξία, όταν συγκρίνεται με υλικά αγαθά. Η ίδια όμως ζωή μπορεί να έχει ελάχιστη αξία, όταν συγκρίνεται με εκατομμύρια άλλες ζωές. Τι θέλουμε να πούμε; Ότι τα πάντα έχουν σχέση με το πώς στέκεται αυτή η ζωή απέναντι στα φαινόμενα.
Αποτελεί πεποίθησή μας ότι κανένας άνθρωπος δεν έχει δικαίωμα να αφαιρεί ανθρώπινη ζωή. Αν όμως αυτή η ζωή βρίσκεται εκεί όπου δεν πρέπει την ώρα που δεν πρέπει, θα χαθεί, εξαιτίας ενός φαινομένου μεγαλύτερου από τον άνθρωπο, που εμφανίζεται εκείνη την ώρα να την αφαιρεί. Αν για παράδειγμα μια ολόκληρη κοινωνία βρίσκεται πάνω σε μια αμαξοστοιχία και η επιβίωσή της εξαρτάται από το πόσο γρήγορα αυτή θα περάσει από μια γέφυρα, ελάχιστες είναι οι πιθανότητες να επιβιώσει ο άνθρωπος ο οποίος στη μέση της γέφυρας θα προσπαθήσει να τη σταματήσει. Ο "μηχανοδηγός" μπορεί θεωρητικά να είναι δολοφόνος, αλλά στην ουσία έχουμε αυτοκτονία. Αυτός ο οποίος προσπάθησε να σταματήσει την αμαξοστοιχία αυτο­κτόνησε, γιατί δεν κατάλαβε ότι είχε μπροστά του ένα φαινόμενο, που ήταν πολύ μεγαλύτερο από αυτόν. Αυτός ο οποίος προσπάθησε να την σταματήσει δεν κατάλαβε ότι η υπόθεση ακινητο­ποίησης του τραίνου δεν ήταν μια απλή υπόθεση μεταξύ του ιδίου και του μηχανοδηγού. Του όποιου μηχανοδηγού αναλάμβανε να οδηγήσει την αμαξοστοιχία. Δεν κατάλαβε ότι η επιβίωση της κοινωνίας πάντα θα τον "σκοτώνει", όταν θα την απειλεί.
Τι σημαίνουν στο πρακτικό επίπεδο αυτά τα οποία λέμε; Το εξής απλό. Σήμερα η ελληνική κοινωνία μαστίζεται από φαινόμενα εκτεταμένης διαφθοράς. Κάποιοι ανεγκέφαλοι κρατικοί "λειτουργοί", που δεν γνωρίζουν τον αυτοκτονικό χαρακτήρα της πράξης τους, διαφθείρονται. Είναι ανεγκέφαλοι, γιατί δεν γνωρίζουν ούτε οι ίδιοι τι σημαίνει διαφθορά και πού μπορεί χωρίς να το γνωρίζουν να οδηγηθούν. Αγνοούν δηλαδή ότι με δική τους απόφαση διαφοροποιούνται από την υπόλοιπη κοινωνία και στέκονται στον μέσον της "γέφυρας" και ότι σε κάποια στιγμή το "τραίνο" δεν θα σταματήσει.
Γι’ αυτόν τον λόγο θεωρούμε τους διεφθαρμένους εκτός των άλλων ανεγκέφαλους και βλάκες. Δεν γνωρίζουν ότι η διαφθορά τούς διαχωρίζει από το σύνολο. Δεν γνωρίζουν ότι η διαφθορά θα τους φέρει σε κάποια στιγμή απέναντι από το σύνολο. Τι σημαίνει διαφθορά και γιατί προκαλεί αυτά τα φαινόμενα; Διαφθορά σημαίνει να μετατρέπεις το δημόσιο κεφάλαιο σε προσωπική σου περιουσία. Σημαίνει να μετατρέπεις το δημόσιο "πόστο" σου σε εμπορικό "μαγαζί" σου. Να ζητάς δηλαδή χρήματα από τον λαό, για να κάνεις όχι αυτά που πρέπει να κάνεις, αλλά αυτά που θα σε "πληρώσουν" να κάνεις.
Αυτό είναι αντισυνταγματικό, γιατί με την αυθαίρετη οικειοποίηση της δημόσιας περι­ουσίας από την πλευρά κάποιων κοινών εργαζομένων απειλείται ευθέως η ισονομία και η ισοπολιτεία. Απειλείται ευθέως το Σύνταγμα που την διασφαλίζει. Απειλείται το Σύνταγμα με κατάλυση. Όταν λοιπόν ένας γιατρός του νοσοκομείου ή ένας μηχανικός της πολεοδομίας ζητάει "φακελάκι", δεν πραγματοποιεί ένα κοινό οικονομικό έγκλημα. Καταλύει το Σύνταγμα. Διαχωρίζεται από όλους τους υπόλοιπους και περνάει στην απέναντι "μεριά". Ακόμα και ένα χιλιάρικο να ζητήσει, το καταλύει, γιατί διαφοροποιείται από τον κοινό πολίτη εξαιτίας της κοινής μας περιουσίας. Διαφοροποιείται, γιατί εκμεταλλεύεται παρανόμως κάτι το οποίο δεν του ανήκει. Τι κάνει στην πραγματικότητα; Στέκεται στο μέσον της "γέφυρας" και από άγνοια ρισκάρει τη ζωή του για ένα χιλιάρικο. Γιατί το λέμε αυτό; Γιατί χίλιες φορές μπορεί το τραίνο να σταματήσει, αλλά τη μία φορά, που δεν θα σταματήσει, θα την πληρώσει με τη ζωή του.
Όταν η διαφθορά τείνει να γίνει γενικό φαινόμενο, σημαίνει ότι απειλείται η κοινωνία. Όταν αυτή η κοινωνία θα φτάσει στα όριά της, κάποιος θα την πληρώσει. Δεν θα την πληρώσουν όλοι, αλλά κάποιος θα την πληρώσει. Για όσο διάστημα η κοινωνία καταφέρνει εύκολα ή δύσκολα να πληρώνει "φακελάκια", πρόβλημα δεν θα υπάρχει. Θα υπάρχουν καταγγελίες, θα υπάρχουν τιμωρίες, συστάσεις και μερικές απολύσεις, αλλά τίποτε παραπάνω. Όταν όμως φτάσουμε στα όρια, κάποιος διεφθαρμένος θα γίνει η "σταγόνα" που θα ξεχειλίσει το ποτήρι. Αυτός θα την πληρώσει. Θα την πληρώσει δικαίως και η ζωή του θα έχει αξία μικρότερη και από ένα χιλιάρικο. Θα έχει αξία μικρότερη από μια τρύπια δεκάρα. Γιατί; Γιατί βρέθηκε εκεί όπου δεν έπρεπε, την ώρα που δεν έπρεπε, να κάνει αυτό που δεν έπρεπε.
Τι έκανε; ΑΥΤΟΚΤΟΝΗΣΕ. Γιατί; Γιατί τόλμησε να συγκρίνει τη ζωή του με εκατομμύρια άλλες και όπως ήταν φυσικό έχασε στη σύγκριση. Γιατί το λέμε αυτό; Γιατί καμία ανθρώπινη ζωή δεν έχει την παραμικρή αξία, όταν λειτουργεί ακυρωτικά για μια ολόκληρη κοινωνία. Ο γιατρός που ζητάει "φακελάκι" σε ένα δημόσιο νοσοκομείο στην ουσία ακυρώνει το έργο εκατομμυρίων ανθρώπων και απειλεί την επιβίωση άλλων τόσων. Γιατί; Γιατί, οικειοποιούμενος το πόστο του και την κρατική περιουσία, ανοίγει τους "ασκούς του Αιόλου". Ενεργοποιεί τα ένστικτα επιβίωσης της κοινωνίας. Ακυρώνει με την πράξη του τα όνειρα εκατομμυρίων Γραικών, που έχυσαν το αίμα τους για να γίνουν Έλληνες σε μια ελεύθερη Ελλάδα. Ακυρώνει με την πράξη του τα όνειρα εκατομμυρίων φτωχών Ελλήνων, που έχυσαν τον ιδρώτα τους για να δημιουργήσουν την κρατική υποδομή στην ελεύθερη Ελλάδα. Ακυρώνει δηλαδή το αίμα και τον κόπο εκατομμυρίων ανθρώπων, που θέλησαν να θυσιαστούν με όλους τους τρόπους για να προσφέρουν ένα καλύτερο μέλλον στα παιδιά τους.
Όταν ζητάει "φακελάκι" από έναν πολίτη στην ουσία στέκεται ανάμεσα στο "παιδί" και στους καρπούς των κόπων των "πατέρων" του. Οικειοποιείται αυθαίρετα αυτά τα οποία δημιούργησαν με αίμα και κόπο οι προηγούμενοι και τα στερεί από αυτόν που τα δικαιούται. Κάθεται όχι απλά στη μέση της "γέφυρας", αλλά τρέχει αντίθετα με την αμαξοστοιχία. Ο ανθρωπάκος αυτός, που προφανώς "έγλυψε" για να διοριστεί στο δημόσιο, παριστάνει τον ιδιοκτήτη της κοινής μας περιουσίας. Αν τον εκτελέσει επί τόπου ο πολίτης, θα είναι δολοφόνος; Θα είναι αιμοδιψής βάρβαρος, που αξιολόγησε την ανθρώπινη ζωή ίσα με ένα χιλιάρικο; Όχι βέβαια. Αν δεν το κάνει, θα παραβεί την εντολή του Συντάγματος. Τι λέει το Σύνταγμα; Ότι η αμαξο­στοιχία δεν πρέπει να σταματάει για κανέναν λόγο. Όσοι βρίσκονται εκτός της αμαξοστοιχίας βρίσκονται με δική τους ευθύνη εκεί όπου βρίσκονται και θα πληρώσουν αν τολμήσουν να την σταματήσουν. Αυτό λέει το Σύνταγμα.
Επιπλέον τίθεται και θέμα λογικής. Αν δεν το κάνει αυτό ο πολίτης, θα μεταφέρει εξαιτίας της αδυναμίας την "αρρώστια" και στην επόμενη γενιά. Αυτός ο οποίος θα πληρώσει σήμερα "φακελάκι" θ' αναγκάσει και το παιδί του να κάνει το ίδιο αύριο. Η διαφθορά σταματάει μόνον με έναν τρόπο. Μοιάζει με τη γάγγραινα. Απαιτεί ριζική αντιμετώπιση στο διάστημα που αυτό είναι δυνατό, για να μην επεκταθεί. Δεν επεκτείνεται η "γάγγραινα" της διαφθοράς, όταν υπάρχει ο φόβος γι' αυτούς που θα σκεφτούν να το κάνουν. Γι' αυτόν τον λόγο μιλήσαμε για ρώμη της κοινωνίας και τη διαχωρίσαμε από το πολιτισμικό της επίπεδο. Γι' αυτόν τον λόγο είπαμε ότι αποτελεί καθήκον της κοινωνίας να δείχνει επικίνδυνη γι' αυτούς που την απειλούν.
Δεν πρέπει να μπερδεύουμε τη βαρβαρότητα με τη βίαιη καταστολή της συνταγματικής ανομίας. Δεν είναι ούτε βάρβαρος ούτε χασάπης ο γιατρός ο οποίος επιχειρεί ακρωτη­ριασμό για να νικήσει τη γάγγραινα. Είναι θέμα προτεραιότητας. Συμφέρει το σώμα να χάσει ένα μέλος του, παρά να πεθάνει στο σύνολό του. Συμφέρει την κοινωνία ν'  απειλήσει με θάνατο τον έναν διεφθαρμένο, παρά να πεθάνει η ίδια. Η διαφθορά είναι μισητή από το Σύνταγμα και γι' αυτό επιτρέπει ακόμα και τη βίαιη καταστολή της, ακόμα και από τον πιο αναρμόδιο πολίτη. Ως φαινόμενο είναι ευδιάκριτη και δεν χωράει υποκειμενική εκτίμηση.
Υποκειμενικό είναι να κρίνεις κάποιον για την ποιότητα της δουλειάς του ή για τη συμπεριφορά του. Υποκειμενικό δεν υπάρχει όταν κάποιος σου ζητάει "φακελάκι". Ο πιο μεγάλος βλάκας να είσαι, θα το καταλάβεις. Από εκεί και πέρα τα πάντα είναι θέμα τύχης για τον διεφθαρμένο. Κάποιοι πολίτες δεν μπορούν να γίνουν τα "μπράτσα" της κοινωνίας και κάποιοι άλλοι μπορούν. Αν πέσεις στους δεύτερους, δώσε "χαιρετίσματα" στον Πατέρα. Αν πέσεις σε "μηχανοδηγό" που εκείνη την ώρα έχει στην αγκαλιά του το άρρωστο παιδί του και εσύ του ζητάς "φακελάκι", δεν θα σε λυπηθεί ούτε η μάνα σου. Η ζωή σου αξίζει λιγότερο από ένα κατοστάρικο. Είναι καθήκον της κοινωνίας να το δείχνει αυτό συνέχεια, προτού αναγκαστεί να φτάσει στα όρια να πάρει κεφάλια. Είναι καθήκον της κοινωνίας να δείχνει "ξύπνια", προτού αναγκαστεί μέσα στον "ύπνο" της να εκτελεί όποιο παράσιτο βρίσκει μπροστά της. Συμφέρει να δείχνει τη φύση της, προτού κληθεί να την επιβεβαιώσει. Συμφέρει να υπακούει στο Σύνταγμα, προτού ν' αναγκαστεί να αιματοκυλισθεί.
Εδώ πρέπει να προσέξει ο αναγνώστης γιατί αυτό το οποίο θα πούμε είναι ιδιαίτερα σημαντικό. Όταν λέμε ότι το Σύνταγμα επιτρέπει τη βία, δεν πρέπει να πιστεύει κανείς ότι το Σύνταγμα ωθεί προς την αυτοδικία και κατά συνέπεια προς την ζουγκλοποίηση της κοινωνίας. Συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο. Το Σύνταγμα υπηρετεί την τάξη και τον πολιτισμό. Το Σύνταγμα δεν επιτρέπει σε κανέναν ν' ασκήσει βία για το "καλό" του κόσμου. Δεν επιτρέπει τη γέννηση κοινωνικών "Ρομπέν των Δασών". Δεν δίνει δηλαδή την άδεια για να σκοτώνει κάποιος για το "καλό" του κόσμου.
Η έννοια του "καλού" είναι σχετική και ανήκει στη σφαίρα του υποκειμενικού. Η έννοια του "καλού", με την υποκειμενικότητα που τη διακρίνει, ανήκει στη "σφαίρα" της πολιτικής και δεν αφορά το Σύνταγμα. Το Σύνταγμα δεν επιτρέπει τη βία για λόγους πολιτικής. Δεν αποτελεί αρμοδιότητα του πολίτη να προσδιορίζει μόνος του το "καλό" και να πυροβολεί στο όνομα αυτού του "καλού". Όταν ο πολίτης έχει άλλη αντίληψη περί "καλού", ακολουθεί διαδικασίες διαφορετικές, που προβλέπονται από το Σύνταγμα. Έχει το δικαίωμα και προβλέπεται μέσα στο Σύνταγμα ο τρόπος για ν' αλλάξει το "καλό" των άλλων με το "καλό" το δικό του. Από τη στιγμή που υπάρχουν αυτές οι διαδικασίες, ο πολίτης δεν έχει το δικαίωμα ν' ασκεί βία στο όνομα του "καλού" που πιστεύει.
Πού επιτρέπεται η βία; Το Σύνταγμα επιτρέπει τη βία μόνον σε περίπτωση που παρα­βιάζεται το ίδιο. Γιατί: Γιατί μόνον αυτό έχει το δικαίωμα να προσδιορίζει με απόλυτο τρόπο το "καλό" της κοινωνίας. Αυτό προσδιορίζει το ελάχιστα "καλό", που δεν πρέπει ποτέ να παραβιάζεται. Το ελάχιστα "καλό", που συμφώνησαν τα μέλη της κοινωνίας να θεωρούν εκ των ουκ άνευ. Το ελάχιστα "καλό", που αποτελεί την υποχρεωτική βάση γι' αυτούς που θα "χτίσουν" πάνω του το πολιτικό "καλό". Αυτό το ελάχιστα "καλό", από τη στιγμή που έχει προσδιοριστεί με νόμους, ανήκει στη σφαίρα του αντικειμενικού. Όποιος το απειλεί, απειλείται με θάνατο. Απλά είναι τα πράγματα. Το Σύνταγμα είναι μια νομική "κατασκευή", που "ανεβάζει" την κοινωνία στο ανώτατο επίπεδο που μπορεί μια δεδομένη στιγμή να "παρακο­λουθήσει" ως σύνολο.
Το ελληνικό Σύνταγμα είναι ένα πάρα πολύ καλό Σύνταγμα και αυτό σημαίνει ότι ανεβάζει την κοινωνία "ψηλά". Τι σημαίνει αυτό; Ότι, αν το παραβιάσεις, αποφασίζεις μόνος σου να το εγκαταλείψεις. Αποφασίζεις μόνος σου να πέσεις από "ψηλά" και αυτό σημαίνει βέβαιο θάνατο σε περίπτωση που θα γίνεις αντιληπτός. Γιατί; Γιατί παραβιάζεις ταυτόχρονα πάρα πολλά δικαιώματα πάρα πολλών ανθρώπων. Ανθρώπων, που εξαιτίας του νόμου στέκονται "ψηλά" και αυτό το δικαίωμα το κατέκτησαν με θυσίες και αίμα. Από εκεί και πέρα τα πάντα είναι θέμα φυσικής. Όταν πέφτεις από μια επταόροφη οικοδομή, σκοτώνεσαι σίγουρα. Δεν σκοτώνεσαι επειδή η οικοδομή είναι κακιά. Σκοτώνεσαι, επειδή αυτή είναι η φύση. Αν μόνος σου αποφάσισες να πηδήξεις από αυτήν, έχουμε αυτοκτονία. Γιατί; Γιατί θα σκοτωθείς σίγουρα, επειδή αγνόησες αυτό το οποίο έπρεπε να γνωρίζεις και προφανώς το αγνοούσες.
Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με το Σύνταγμα. Όσο πιο καλό και δίκαιο είναι, τόσο πιο βίαιο γίνεται όταν παραβιάζεται. Γιατί; Γιατί διατηρεί πάρα πολλούς ανθρώπους πάρα πολύ "ψηλά". Τους διατηρεί σε πείσμα των εχθρών τους, που με βία πρόσφεραν δικαιώματα στους πολλούς. Όταν με τη βία δομήθηκε αυτή η "κατασκευή" που προστατεύει τους πολλούς, ευνόητο είναι ότι βία θα εισπράξει αυτός ο οποίος απειλεί με τις πράξεις του τα επίτευγμά τους. Από εκεί και πέρα τα πάντα είναι θέμα αναλογίας. Όσο πιο "ψηλά" βρίσκεται ο λαός εξαιτίας του Συντάγματός του, τόσο πιο πολύ βία άσκησε απέναντι στους ισχυρούς που τον καθήλωναν στην αθλιότητα επί αιώνες. Εκ των δεδομένων τόσο πιο πολύ βία περιμένει αυτούς που θα το απειλήσουν με κατάλυση.
Δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση αντίφαση αυτό το οποίο είπαμε παραπάνω. Ότι δηλαδή όσο πιο καλό και δίκαιο είναι ένα Σύνταγμα, τόσο πιο βίαιο είναι. Για να το καταλάβει αυτό ο αναγνώστης με τον πιο απόλυτο τρόπο, ας σκεφτεί το εξής απλό. Τα ελάχιστα δικαιώματα των δουλοπάροικων του Μεσαίωνα θα μπορούσαν να περιγραφούν μέσα από έναν συνταγματικό νόμο. Ένα τέτοιο Σύνταγμα όμως δεν μπορεί να είναι βίαιο. Αυτός ο οποίος θα το παραβίαζε ως εξουσία θα απειλούσε ελάχιστα κεκτημένα πολλών ανθρώπων χωρίς δικαιώματα. Κανένας δεν θυσιάζεται ή σκοτώνει στο όνομα ενός ιδεολογήματος που δεν τον εκφράζει και δεν του προσφέρει τίποτε σημαντικό. Κανένας δεν θα ξεσηκωθεί αν κάποιος ισχυρός τιμώρησε με εικοσιπέντε βουρδουλιές έναν δουλοπάροικο, ενώ προβλέπονταν είκοσι για το παράπτωμά του. Ξεσηκωμός υπάρχει όταν κάτι το απάνθρωπο καταργείται με μεγάλους αγώνες και κάποιοι αμετανόητοι το επαναφέρουν αυθαίρετα.
Κάποτε η κοινωνία και η εξουσία θα πρέπει ν' ανοίξει επιτέλους το θέμα της βίας και της τρομοκρατίας και να προσδιορίσει με απόλυτο τρόπο τις έννοιες. Πρέπει να συζητήσουμε επιτέλους εμείς οι πολίτες με την εξουσία για το τι εστί τρομοκρατία και τι ακριβώς δίνει ως δικαίωμα το Σύνταγμα. Για τον γράφοντα τα πράγματα είναι απλά. Πρέπει να επικρατεί τρόμος στη διαχείριση του δημόσιου κεφαλαίου και βέβαια στη διαχείριση της εξουσίας. Έναν τρόμο που θα τον εκφράζει ο κάθε πολίτης ο οποίος θ' αντιλαμβάνεται απειλή για τις κατακτήσεις του. Από εκεί και πέρα η τρομοκρατία, όπως τη γνωρίζουμε σήμερα, είναι τελείως διαφορετικό πράγμα. Ακόμα κι αν αγνοήσουμε το γεγονός ότι η τρομοκρατία τις περισσότερες φορές είναι κατευθυνόμενη από το ίδιο το σύστημα εξουσίας, θα πρέπει κάποτε να διαχωρίσουμε τις έννοιες μεταξύ τους.
Ο τρόμος και το δέος που πρέπει να αισθάνονται οι κρατικοί λειτουργοί κάθε φορά που παραβαίνουν το Σύνταγμα, πρέπει να διαχωριστεί από την έννοια της τρομοκρατίας. Η νόμιμη βία που πρέπει να ασκεί ο πολίτης απέναντι σ' αυτούς που απειλούν το Σύνταγμα, πρέπει να διαχωριστεί από το πολιτικό έγκλημα. Όταν απειλείται το Σύνταγμα, απειλούνται οι πάντες. Δεν απειλούνται μόνον οι Δεξιοί ή οι Αριστεροί. Η υπεράσπισή του ακόμα και με τη βία είναι καθήκον του πολίτη και αυτό δεν είναι τρομοκρατία. Τρομοκρατία είναι μόνον η βία που αφορά την "παραγωγή" πολιτικής. Είτε αυτή η "παραγωγή" ανήκει σε ανθρώπους εκτός του συστήματος εξουσίας είτε ανήκει στο ίδιο το σύστημα. Υπό αυτήν την έννοια η τρομοκρατία είναι απόλυτα αντισυνταγματική και άρα αυτός ο οποίος την ασκεί κινδυνεύσει με θάνατο από τους πολίτες. Για τους ίδιους λόγους και από τους ίδιους ανθρώπους κινδυνεύουν τόσο οι διεφθαρμένοι λειτουργοί όσο και οι αυτόκλητοι "Ρομπέν".
Σήμερα αυτή η συζήτηση δυστυχώς δεν "ανοίγει", με ευθύνη βέβαια της εξουσίας και όχι των πολιτών. Γιατί δεν ανοίγει; Γιατί δεν συμφέρει τους κλέφτες και τους διεφθαρμένους που μας κυβερνούν. Τα άθλια υποκείμενα που μας κυβερνούν. Γιατί; Γιατί οι περισσότεροι από αυτούς θα έπρεπε να κρεμαστούν στις πλατείες. Εξαιτίας μάλιστα αυτού του φόβου τους —και πάνω στην αγωνία τους να προστατευτούν από τη βίαιη αντίδραση της κοινωνίας— "εισάγουν" περίεργους νόμους από "Μπανανίες". Ο "τρομονόμος" είναι ένας νόμος ο οποίος προέρχεται κατ' ευθείαν από τον Μεσαίωνα, που μαστίζει τις αγγλοσαξονικές κοινωνίες. Είναι ένας νόμος που "παράγει" πολιτική και ως εκ τούτου είναι αντισυνταγματικός. Τι είδους πολιτική "παράγει"; Εκφοβιστική πολιτική, που στόχο έχει να τρομοκρατήσει τους πολίτες και να περιορίσει τα δικαιώματά τους. Να περιορίσει τις αντιδράσεις του λαού και στην ουσία να ακυρώσει τα ένστικτά του, τα οποία καλλιεργεί και διασφαλίζει το Σύνταγμα.
Αυτός ο νόμος έχει ως στόχο να διατηρεί τους διεφθαρμένους και τους αδιάφθορους στο ίδιο "σκάφος" και να τους αντιμετωπίζει με τον ίδιο απόλυτο τρόπο. Έχει ως στόχο να βάλει τους κοινωνικούς ήρωες και τους κοινούς δολοφόνους στον ίδιο παρονομαστή. Απαγορεύει τη χρήση βίας απέναντι στον οποιονδήποτε ό,τι κι αν έχει κάνει. Με τον τρόπο αυτόν επιτρέπει στους κλέφτες να "κρύβονται" από τον νόμο και την κρατική εξουσία και στην ουσία τούς προστατεύει από τα θύματά τους.
Για να καταλάβει κάποιος πόσο μεγάλο είναι το εύρος των συνταγματικών "αποχρώσεων", που μπαίνουν στη λογική του αγγλοσαξονικού "ασπρόμαυρου", αρκεί να σκεφτεί τη σημερινή δίκη της υποτιθέμενης 17 Νοέμβρη. Τα εγκλήματα που της αποδίδονται δεν είναι του ιδίου τύπου μεταξύ τους κι ούτε νομιμοποιούν την εξουσία να πραγματοποιεί εγκλήματα εξίσου σοβαρά στο όνομα της δικαιοσύνης. Τι σημαίνουν όλα αυτά; Το εξής απλό.
Η 17 Νοέμβρη είναι μια πολυεγκληματική οργάνωση. Ως τέτοια οργάνωση θα πρέπει να κριθεί για το κάθε τύπου έγκλημά της με τον τρόπο που προβλέπει το Σύνταγμα. Για τα κοινά εγκλήματα που πραγματοποίησε, θα πρέπει να κριθεί ως κοινή εγκληματική συμμορία. Για τις ληστείες, τους φόνους απλών εργαζομένων ή άσχετων πολιτών θα πρέπει να κριθεί ως συμμορία δολοφόνων. Για τα πολιτικά εγκλήματα που πραγματοποίησε θα πρέπει ν' αντι­μετωπιστεί ως συμμορία που πραγματοποίησε συνταγματικά εγκλήματα. Οι δολοφονίες του Μπακογιάννη, του Πέτρου, του Σώντερς κλπ. είναι τέτοιου είδους συνταγματικά εγκλήματα. Γι' αυτά τα εγκλήματα που "παρήγαγαν" πολιτική, αγνοώντας το Σύνταγμα, αυτοί οι οποίοι θα κριθούν ένοχοι δικαιούνται τον θάνατο. Δεν είναι δυνατόν μια συμμορία αλητών ν' "αποφασίζει" για το ποιος θα κυβερνήσει τον τόπο. Ο Μητσοτάκης δεν θα γινόταν ποτέ πρωθυπουργός χωρίς τη δολοφονία του Μπακογιάννη. Τον θάνατο αξίζει αυτός ο οποίος με δολοφονίες ενεργοποιεί τα μαζικά ένστικτα του λαού και τον κατευθύνει εκεί όπου θέλει, καταστρατηγώντας κάθε έννοια Συντάγματος.
Όπως αντιλαμβάνεται ο αναγνώστης όλα αυτά τα εγκλήματα μπορούν να εκδικαστούν χωρίς τη βοήθεια των διαφόρων "τρομονόμων'. Το Σύνταγμα δίνει τη δυνατότητα στην εξουσία να τιμωρήσει τους εγκληματίες που πραγματοποίησαν αυτά τα εγκλήματα με τον πιο σκληρό τρόπο. Γιατί άραγε εισήχθηκε αυτός ο νόμος; Για τους λόγους που είπαμε παραπάνω. Τα εγκλήματα της 17 Νοέμβρη δεν είναι όλα όμοια μεταξύ τους. Υπάρχουν εγκλήματα, που δεν είναι τέτοια με βάση το Σύνταγμα. Η δολοφονία του Περατικού είναι ένας φόνος, που με βάση το Σύνταγμα μπορεί και να μην είναι έγκλημα. Αν ισχύουν —κι αυτό μπορεί να κριθεί στο δικαστήριο— αυτά τα οποία του καταλόγιζαν οι φονείς του, τότε τις "δικαιούνταν" τις σφαίρες που έφαγε και οι εκτελεστές του πρέπει να τιμηθούν από την πολιτεία και όχι να καταδικαστούν. Γιατί; Γιατί εκτελέστηκε για παράβαση του Συντάγματος κι αυτό είναι διαφορετικό έγκλημα. Στο ίδιο επίπεδο βρίσκονται οι δολοφονίες των εισαγγελέων, οι απόπειρες κατά του Πέτσου, του Βαρδινογιάννη κλπ..
Όλα αυτά όμως τρομάζουν την εξουσία και γι' αυτό εισήγαγε τον "τρομονόμο". Γιατί την τρομάζουν; Γιατί θα πρέπει να δώσει τον λόγο στους κατηγορούμενους κι αυτό θα είναι επικίνδυνο γι' αυτήν και τους εκλεκτούς της. Γιατί; Γιατί, αν ο Περατικός δικαιούνταν τον θάνατο, κλέβοντας δημόσια περιουσία, "σκοτεινιάζει" ο ορίζοντας για τους Κόκκαληδες, τους Λαμπράκηδες, τους Μπόμπολες, τους Αγγελόπουλους, τους Λάτσηδες, τους Αλαφούζους και τους υπόλοιπους "διαπλεκόμενους", που έχουν στην κυριολεξία "ρημάξει" τα πάντα σ' αυτόν τον τόπο. Αν ο λαός "πειστεί" με απόφαση δικαστηρίου ότι δικαιούνται τον θάνατο οι κλέφτες της δημόσιας περιουσίας, οι περισσότεροι "διαπλεκόμενοι" θα πρέπει να φύγουν νύχτα από τη χώρα. Κανένας στρατός μπράβων δεν μπορεί ν' αντιμετωπίσει έναν εξαγριωμένο λαό.
Το ίδιο χρήσιμος είναι ο "τρομονόμος" και για τα εγκλήματα που πραγματοποιεί σήμερα η εξουσία, προκειμένου να "κατευθύνει" τα πράγματα εκεί όπου την ευνοούν και άρα να "παράγει" —κατ' απόλυτη παράβαση του Συντάγματος— πολιτική. Αν οι δολοφονημένοι εισαγγελείς δικαιούνταν τον θάνατο ως άπιστοι λειτουργοί και πάλι τα πράγματα θα ήταν δύσκολα για την εξουσία. Πώς θα τολμούσε το παρόν δικαστήριο κατά παράβαση του Συντάγματος ν' αναλάβει να εκδικάσει τη δίκη της 17 Νοέμβρη; Ν' αναλάβει να εκδικάσει μια υπόθεση, η οποία από τη στιγμή που δεν είναι καθαρά ποινική είναι αξιωματικά πολιτική και άρα αφορά μεικτά ορκωτά δικαστήρια; Θα τολμούσε κανένας δικαστής χωρίς τις "πλάτες" των πολιτικών και των "τρομονόμων" να παραβιάσει τόσο ωμά και απροκάλυπτα το Σύνταγμα; Να εκδικάσει παράνομα μια υπόθεση που είναι αναρμόδιος, ν' αποφανθεί μόνος του για την αρμοδιότητά του και ταυτόχρονα να παραβεί τον νόμο περί δημοσίων δικών; Αν οι δολοφονημένοι εισαγγελείς "καταδικάζονταν" μετά θάνατον, πώς θα τολμούσαν να κυκλο­φορούν ανάμεσά μας οι δικαστές της σημερινής δίκης;
Δυστυχώς ή ευτυχώς μερικά πράγματα που εμείς οι άνθρωποι θεωρούμε αυτονόητα δεν είναι τέτοια. Για το Σύνταγμα δεν υπάρχει το αυτονόητο. Το Σύνταγμα για ό,τι σημαντικό το αφορά το περιγράφει με απόλυτο τρόπο και δεν το αφήνει να εννοείται αφηρημένα. Για το Σύνταγμα "άνθρωπος" είναι μόνον αυτός ο οποίος στέκεται στην "πλατφόρμα" που ορίζει το ίδιο και κανένας άλλος. Μόνον αυτός απολαμβάνει τα προνόμια και την προστασία που προβλέπουν οι διατάξεις του. Ακόμα και ο πιο απεχθής δολοφόνος είναι άνθρωπος για το Σύνταγμα. Ένας άνθρωπος, που πρέπει, ακόμα κι όταν τον τιμωρούμε, να σεβόμαστε τα δικαιώματά του. Γιατί; Γιατί ακόμα και το ίδιο το Σύνταγμα είναι συνυπεύθυνο για την ύπαρξή του.
Από την άλλη πλευρά όποιος βρίσκεται εκτός της "πλατφόρμας" του δεν είναι άνθρωπος, επειδή απλά έχει ανθρώπινη μορφή. Αυτό είναι λογικό. Για να δημιουργηθεί το Σύνταγμα, θυσιάστηκαν άνθρωποι για να νικηθούνε κτήνη. Κτήνη, που οι άνθρωποι ακόμα και σήμερα γιορτάζουν το θάνατό τους. Όταν κάποιος με δική του απόφαση εγκαταλείπει τη συνταγματική "πλατφόρμα", ταυτίζεται με τα κτήνη αυτά και χάνει τη συνταγματικά αποδεκτή ανθρώπινη ιδιότητα. Είναι ένα κτήνος, που δεν απασχολεί ιδιαίτερα το Σύνταγμα αν θα ζήσει ή αν θα πεθάνει. Ένας λυσσασμένος "σκύλος", που ο πρώτος ο οποίος θα τον βρει θα πρέπει να τον σκοτώσει. Είτε αυτό μας αρέσει είτε όχι, αυτό είναι που περιγράφει το Σύνταγμα στην τελευταία διάταξή του. Aκρoτελεύτια διάταξη. Άρθρo 120.4. H τήρηση τoυ Συντάγματoς επαφίεται στoν πατριωτισμό των Eλλήνων, πoυ δικαιoύνται και υπoχρεoύνται να αντιστέκoνται με ΚΑΘΕ ΜΕΣΟ εναντίoν oπoιoυδήπoτε επιχειρεί να τo καταλύσει με τη βία.
Ο αναγνώστης μπορεί να καταλάβει πλέον τον τίτλο του κειμένου. Η σημερινή ανυπαρξία του συστήματος δικαιοσύνης θα μας βάλει σύντομα και σίγουρα σε περιπέτειες. Η ανικανότητα της δικαιοσύνης να κάνει το καθήκον της και άρα να ελέγξει τις υπόλοιπες εξουσίες μετατρέπει τις όποιες τρομοκρατικές οργανώσεις σε θεσμικά όργανα της κοινωνίας. Μετατρέπει την κοινωνική οργή σε "πυροκροτητή" βίας. Η ανικανότητά της "ενεργοποιεί" διατάξεις του Συντάγματος, οι οποίες δεν πρέπει να "ενεργοποιούνται", γιατί αποτελούν ασφαλιστικές "δικλείδες" για λύσεις της έσχατης ώρας. Αναγκάζει τον πολιτισμένο "κατοικίδιο" κοινωνικό "λέοντα" να επιστρατεύσει ένστικτα κι αυτό είναι επικίνδυνο για όλους μας. Κάποιοι πολίτες "κύτταρα" αυτού του "λέοντα" θα πάρουν τον συνταγματικό νόμο στα χέρια τους και τότε θα κλάψουμε όλοι μαζί. Το σύστημα δικαιοσύνης δεν "ενημέρωσε" με φυλακίσεις και τιμωρίες τα "τσακάλια" της εξουσίας ότι δεν μπορούν να κλέβουν ασύστολα, γιατί πάντα υπάρχουν οι "κεραυνοί" που σκοτώνουν. Κάποιοι "ιερείς" της εξουσίας δεν ενημέρωσαν τους συναδέρφους τους ότι ο "θεός" στη συνταγματική "Καινή Διαθήκη" υπόσχεται θάνατο στους απίστους.
Το θέμα είναι —για να συνεχίσουμε την ανάλυσή μας— ότι είναι απαραίτητο να καταλάβουν οι πάντες —και κυρίως οι δικαστικοί— ότι βρισκόμαστε προ μεγάλων κινδύνων. Κινδύνων εθνικών, κοινωνικών και οικονομικών. Κινδύνων, που θα μας βάλουν σε περιπέτειες χωρίς προηγούμενο. Γιατί; Γιατί η εκτελεστική εξουσία έχει αποθρασυνθεί πλήρως και υπό τις εντολές των Αμερικανών διαπράττει καθημερινά συνταγματικά εγκλήματα, που είναι θέμα χρόνου να γεννήσουν μια τρομοκρατία άνευ προηγουμένου. Εγκλήματα μεγάλα και εγκλήματα μικρά, που καθημερινά δημιουργούν εντάσεις, επιβεβαιώνοντας με τον πιο οδυνηρό τρόπο ότι οι Έλληνες δεν είναι ίσοι μεταξύ τους. Εγκλήματα, που ακυρώνουν τον συνταγματικό νόμο και αυτό είναι δυνατόν να εξοργίσει τον "θεό" του. "Θεό", που έχει αποδειχθεί ιστορικά ότι, όταν θυμώνει, γίνεται επικίνδυνος. "Θεό", που, όταν εξοργίζεται, κρεμά Ιωσηφίνες, εκτελεί Τσάρους, κατασπαράζει Τσαουσέσκου. "Θεό", που δεν γνωρίζεις πότε θ' αντιδράσει και πώς και κατά συνέπεια δεν πρέπει να τον ερεθίζεις με εγκλήματα-βουκέντρες.
Τέτοιου είδους εγκλήματα συμβαίνουν σχεδόν καθημερινά. Μεγάλα εγκλήματα, όπως η λεηλασία του δημοσίου κεφαλαίου από γηγενείς και ξένους ιδιώτες ή το ξεπούλημα της ελληνικής γης σε ξένους υπηκόους. Για όσο διάστημα εργαζόμενοι και λαός θα θυμώνουν με το ξεπούλημα των δημοσίων γιγάντων του ΟΤΕ, της ΔΕΗ ή των ΕΛΠΕ, πάντα θα υπάρχουν κάποιοι συμπολίτες μας που θα θέλουν να πάρουν τον νόμο στα χέρια τους. Για όσο διάστημα θα ξεπουλιούνται αεροδρόμια, λιμάνια και διώρυγες σε ξένους, θα συμβαίνει το ίδιο. Για όσο διάστημα κάποιοι καναλάρχες θα ψάχνουν στα "σκουπίδια" για να μας προσφέρουν τα πρόσωπα που θα στελεχώσουν το πολιτικό σκηνικό του μέλλοντος, κάποιοι θα σκέφτονται επικίνδυνα.
Αυτή η καθημερινή τρέλα της συνταγματικής ανομίας δεν αφορά μόνον τα μεγάλα συμφέροντα του ιμπεριαλισμού, που μαστίζει την ανοχύρωτη πατρίδα μας. Αφορά και μικρότερα ιδιωτικά συμφέροντα, που απειλούν τα συμφέροντα του καθενός από εμάς. Καθημερινά διαπράττονται μικρά κι εκνευριστικά εγκλήματα, που εκνευρίζουν τον λαό. Εγκλήματα κοινών ιδιωτών, που αρκεί να κάνει το καθήκον του ένας απλός δικαστικός λειτουργός για να τα εξαλείψει και δεν το κάνει. Εγκλήματα, που ερεθίζουν τους πολίτες σε βαθμό επικίνδυνο. Για όσο διάστημα όλη η κοινωνία της Αθήνας θα πιστεύει ότι το πάρκο του Ριζάρη θα πρέπει να παραμείνει ως έχει και η εξουσία θα το παραχωρεί στους ισχυρούς της κοινωνίας, για να "εξαγοράσουν" την αθανασία τους, κάποιοι συμπολίτες μας θα σκέφτονται πώς να την σταματήσουν, έστω και με ανορθόδοξους τρόπους.
Για όσο διάστημα όλη η Ελλάδα θα πιστεύει ότι ένας κοινός καραγκιόζης όπως ο Κόκκαλης βρίσκεται υπεράνω των νόμων, κάποιοι θα σκέφτονται επικίνδυνα. Για όσο διάστημα αυτός ο κοινότατος ιδιώτης θα "κλέβει" το ελληνικό δημόσιο και ο μόνος ο οποίος δεν θα το πιστεύει είναι ο δικαστικός που του υπογράφει τα απαλλακτικά βουλεύματα, η τρομοκρατία θα βρίσκει χώρο για να γεννηθεί. Δεν γίνεται αλλιώς. Αυτό είναι το ύστατο μέσο που έχει ο πολίτης για να ελέγξει την εξουσία. Για να ελέγξει την εξουσία, όταν το συνταγματικά νόμιμο όργανο που έχει αναλάβει αυτόν τον ρόλο υπολειτουργεί. Όταν πολιτικοί καταγγέλλουν τον συγκεκριμένο επιχειρηματία, εφημερίδες δημοσιοποιούν τα ενοχοποιητικά στοιχεία εις βάρος του και ο μόνος ο οποίος δεν πείθεται ότι υπάρχουν έστω και κάποιες αποχρώσες ενδείξεις εγκλήματος είναι ο εισαγγελέας, που έχει ως καθήκον του να τον παραπέμψει στη δικαιοσύνη, δεν υπάρχει άλλο μέσο για τον πολίτη, ο οποίος αισθάνεται ότι πνίγεται από την αδικία.
Άποψη του γράφοντος είναι ότι υπό τις παρούσες συνθήκες η μόνη εξουσία που μπορεί εξαιτίας του συνταγματικού της ρόλου να "σώσει" στην κυριολεξία τον ελληνικό λαό είναι η δικαστική εξουσία. Ακριβώς, επειδή αυτή είναι η μόνη που μπορεί να σταματήσει τη σημερινή "λαίλαπα" και δεν το κάνει, αυτή είναι και η κύρια κι αποκλειστικά υπεύθυνη για το σημερινό κατάντημα της ελληνικής κοινωνίας. Απλά είναι τα πράγματα. Κάποιοι, βλέποντας το καθεστώς ατιμωρησίας, αποθρασύνονται. Εγκληματούν καθημερινά, επειδή ακριβώς δεν υπάρχει περί­πτωση να τιμωρηθούν. Διαφθείρονται ακόμα κι αυτοί οι οποίοι δεν θέλουν να διαφθαρούν, γιατί αισθάνονται κοροΐδα. Ποιοι φταίνε; Αυτοί οι οποίοι εγκληματούν ή αυτοί οι οποίοι τους αφήνουν να εγκληματούν και με τη στάση τους ενθαρρύνουν τη γέννησή τους. Αν υπήρχε τιμωρία, θα τολμούσε κανένας να εγκληματήσει; Αυτοί δηλαδή που δεν τιμωρούν όταν πρέπει, δεν ευθύνονται μόνον για την ατιμωρησία των εγκληματιών, αλλά και για τη γέννησή τους. Γι' αυτόν τον λόγο πιστεύουμε ότι ο κύριος κι αποκλειστικός υπεύθυνος για τα όσα συμβαίνουν στην Ελλάδα είναι το σύστημα δικαιοσύνης.
Το πρόβλημα αυτήν τη στιγμή στην Ελλάδα δεν είναι η θέσπιση νόμων ή η μέθοδος διακυβέρνησής της. Δεν υπάρχουν μεγάλες ελλείψεις νόμων ή απλά λάθη της εξουσίας που πρέπει να διορθωθούν. Δεν έχουμε δηλαδή να προτείνουμε κάτι στη νομοθετική ή την εκτελεστική εξουσία. Το πρόβλημα σήμερα είναι άλλο. Το πρόβλημα δεν είναι ότι δεν υπάρχουν σωστοί νόμοι, αλλά ότι κανένας πλέον δεν τους σέβεται. Το πρόβλημα δεν είναι ότι η κυβέρνηση κάνει λάθη, αλλά ότι συνειδητά "ξεπουλάει" τα πάντα, γιατί αυτές είναι οι οδηγίες που έχει λάβει από τους ιμπεριαλιστές. Το πρόβλημα δεν είναι ότι οι λειτουργοί της Βουλής ή της κυβέρνησης είναι ανίκανοι. Το πρόβλημα είναι ότι συνειδητά υποτάσσονται σε ξένα προς τα λαϊκά συμφέροντα. Ο μόνος ο οποίος μπορεί να σταματήσει αυτές τις δύο διαβρωμένες και διεφθαρμένες εξουσίες είναι η δικαστική εξουσία, που από το Σύνταγμα διαχωρίζεται από αυτές.
Αυτό το οποίο θα δούμε τώρα είναι η φύση αυτής της εξουσίας. Μόνον αν καταλάβει ο αναγνώστης τη φύση της μπορεί να καταλάβει την αξία της και τον θεμελιώδη ρόλο της στην ομαλή λειτουργία του συστήματος. Μόνον τότε θα καταλάβει γιατί τίποτε δεν μπορεί να λειτουργήσει σωστά όταν αυτή υπολειτουργεί. Μόνον τότε θα καταλάβει γιατί απειλούνται ευθέως οι καρποί τεράστιων κοινωνικών αγώνων. Αν το καταλάβει αυτό, θα καταλάβει ποιοι και γιατί θέλησαν και κατάφεραν τελικά να την "καπελώσουν". Από εκεί και πέρα είναι εύκολο να δούμε πώς και με ποιον τρόπο δεν κατάφερε η Ελλάδα να έχει το σύστημα δικαιοσύνης που δικαιούται ο ελληνικός λαός. Όμως, για να γίνουν όλα αυτά κατανοητά, θα πρέπει να γνωρίζουμε τη φύση της "περίεργης" αυτής εξουσίας.
Η βασική ιδιομορφία της δικαστικής εξουσίας είναι ότι δεν είναι "ενεργητική" εξουσία, όπως είναι οι υπόλοιπες δύο. Δεν χαράσσει πολιτικές και δεν ακολουθεί πολιτικές. Δεν βρίσκεται δηλαδή σε "κίνηση", ακολουθώντας κάποιον στόχο. Είναι μια εξουσία απόλυτα "στατική" και έχει ρόλο "παθητικό". Τι σημαίνει αυτό; Το εξής απλό. Η δικαστική εξουσία είναι το "θηλυκό" πρόσωπο της κρατικής εξουσίας. Είναι εκείνο το πρόσωπο, που έχει ως στόχο να "φυλάει" τα κεκτημένα και όχι ν' αναζητά καινούργια. "Φιλτράρει" τα καινούργια και μόνον αν κρίνει ότι συντρέχουν με τις "αρχές" και τα συμφέροντα της κοινωνίας, τα υιοθετεί. Οι "αρσενικές" εξουσίες μπορούν, πάνω στον αγώνα για την "επιτυχία" τους, να κάνουν λάθη και παραβάσεις. Μπορούν, πάνω στην "κίνησή" τους, να "σκοντάψουν". Αυτά τα λάθη όμως και τις παραβάσεις η δικαστική εξουσία δεν τα αφήνει να περάσουν άκριτα στον λαό και να τον καταστρέψουν.
Το σύνολο των "μέτρων" και των "σταθμών" που αφορούν μια κοινωνία κι επιτρέπουν στη δικαστική εξουσία να κρίνει τις υπόλοιπες εξουσίες είναι το Σύνταγμα. Αυτό το Σύνταγμα προστατεύει και φυλάττει η δικαστική εξουσία. Η "φύλαξη" προϋποθέτει στατικότητα, γιατί σε άλλη περίπτωση δεν μπορεί να είναι αποτελεσματική. Οι "φύλακες" δεν κάνουν εκστρατείες, γιατί στις εκστρατείες πάντα υπάρχει το ενδεχόμενο της ήττας. Δεν είναι δυνατόν για το "παραπάνω" να ρισκάρεις αυτό το οποίο θεωρείς απαραίτητο. Δεν είναι δυνατόν μια ολόκληρη κοινωνία για μια καλύτερη θέα να πηδήξει πάνω από τον γκρεμό. Πηδάνε οι λίγοι φιλόδοξοι και αν το καταφέρουν κι αποδείξουν ότι είναι ασφαλές, τους ακολουθούν και οι υπόλοιποι. Γι' αυτόν τον λόγο οι "φύλακες" ποτέ δεν απομακρύνονται από τις "Θερμοπύλες" τους. Κάθονται και θυσιάζονται μπροστά σ' αυτές και αυτή είναι η δόξα τους. Μια δόξα όμοια σε μέγεθος, αλλά πολύ διαφορετική στη φύση της από τη δόξα των "κατακτητών".
Εξαιτίας αυτού του ρόλου δεν επιτρέπεται στους δικαστικούς να συμμετέχουν στα πολιτικά δρώμενα ή να συνδικαλίζονται. Αν δηλαδή η νομοθετική και η εκτελεστική εξουσία έχουν ως στόχο να μας προσφέρουν ένα καλύτερο "αύριο", η δικαστική εξουσία είναι αυτή η οποία διασφαλίζει το "σήμερα" με βάση τους νόμους που κατακτήθηκαν με αίμα "χθες". Οι δικαστικοί αγωνίζονται για τη δόξα του Λεωνίδα και οι υπόλοιποι για την δόξα του Αλεξάνδρου. Η δικαστική εξουσία είναι αυτή που δεν επιτρέπει στην ανθρώπινη κοινωνία να παρασύρεται στον εκφυλισμό. Αυτή δεν επιτρέπει στην ανθρώπινη κοινωνία να λειτουργεί σαν μια κοινωνία προβάτων, που ακολουθεί άκριτα όποιον μπαίνει μπροστά.
Αν η νομοθετική και η εκτελεστική εξουσία είναι ο "πατέρας" του λαού, που αποφασίζει γι' αυτόν, η δικαστική εξουσία είναι η "μητέρα", η οποία κρίνει τόσο τον "πατέρα" όσο και το "παιδί" με βάση τα συνολικά συμφέροντα αυτού του "παιδιού". Τα παιδιά των "φαντασμένων" και φιλόδοξων πατεράδων δεν χάνονται, όταν έχουν μια πιστή και ορθολογίστρια μητέρα. Τα παιδιά των "φαντασμένων" και φιλόδοξων μητέρων χάνονται. Η δικαστική εξουσία αυτόν τον ρόλο έχει. Να προστατεύσει τον λαό από τις "φιλοδοξίες" των εξουσιαστών του, που πρέπει να κριθούν. Να προστατεύσει τον λαό από τους κατά φαντασία "Αλεξάνδρους", που μπορεί να τον οδηγήσουν στην καταστροφή. Να προστατεύσει την κοινωνία από τις προσωπικές φιλοδοξίες των ηγετών της.
Όμως, για να μπορέσει αυτή η εξουσία να επιτελέσει το καθήκον της, θα πρέπει να δημιουργήσει εκείνες τις συνθήκες που θα της δίνουν την απαραίτητη αυτονομία και βέβαια θ' αποκαθιστούν την αξιοπιστία της. Τι σημαίνει αυτό; Κατ' αρχήν θα πρέπει να δημιουργήσει εκείνες τις συνθήκες, που θα της δίνουν πραγματική διοικητική αυτονομία και δεν θα επιτρέπουν στην εκάστοτε κυβέρνηση ν' αντιλαμβάνεται τους δικαστικούς λειτουργούς σαν υπαλλήλους της. Θα πρέπει δηλαδή να πάψει να έχει σχέση εργαζόμενου και εργοδότη με την εκτελεστική εξουσία. Αυτό γίνεται μόνον με την διοικητική και οικονομική αυτονομία του κλάδου των δικαστικών. Θα πρέπει δηλαδή να δημιουργήσουμε εκείνα τα δεδομένα, που δεν θα τους οδηγούν στα γραφεία της εκάστοτε κυβέρνησης, κάθε φορά που θα πρέπει να εξελιχθούν ως άτομα ή κάθε φορά που θα πρέπει να ζητήσουν συλλογικά τη μισθολογική τους ανα­προσαρμογή.
Κάτι τέτοιο είναι δυνατόν να γίνει μόνον αν εξαιρεθούν από τις πάγιες πρακτικές που εφαρμόζονται για τον κλάδο των δημοσίων υπαλλήλων. Αυτό μπορεί να γίνει μόνον με μια μέθοδο. Μόνον αν συνδέσουν τους μισθούς τους με σταθερό τρόπο σε σχέση με κάποιο οικονομικό μέγεθος, το οποίο μεταβάλλεται εξαιτίας των αγώνων κοινών εργαζομένων και όχι των ιδίων. Οι κοινοί εργαζόμενοι είναι αυτοί οι οποίοι μάχονται για τους μισθούς τους και όχι οι λειτουργοί της δικαιοσύνης και θεματοφύλακες του Συντάγματος και της δημοκρατίας. Μόνον αν γίνει αυτό, θα μπορεί η δικαιοσύνη να λειτουργεί αυτόνομα και να καταδιώξει αυτούς που πρέπει, για τους λόγους που πρέπει, όπως το Σύνταγμα επιβάλει. Δεν είναι δυνατόν να "σέρνονται" λειτουργοί της δικαιοσύνης στα γραφεία των εξουσιών, παρακαλώντας για "θεσούλες" και "αυξησούλες". Δεν μπορεί αυτός ο οποίος "προσκυνάει" για το "ψωμί", να δικάζει "όρθιος". Δεν μπορεί μια ολόκληρη εξουσία να προσκυνάει τον τυχάρπαστο πολιτικό, που γίνεται υπουργός δικαιοσύνης. Δεν μπορεί αυτός ο άσχετος, που ξεκίνησε την πορεία του ως αφισοκολλητής, ν' αποφασίζει για την ιεραρχία της.
Αν η δικαστική εξουσία καταφέρει και διασφαλίσει την πλήρη αυτονομία της από την εκάστοτε κυβέρνηση, υπάρχει πιθανότητα να "σωθούμε". Γιατί; Γιατί από εκεί και πέρα αναλαμβάνει το Σύνταγμα. Αναλαμβάνει ο "προϊστάμενός" της. Πώς; Βάση του άρθρου 93.4. Τι λέει αυτό το άρθρο; Το εξής απλό. "Τα δικαστήρια υποχρεούνται να μην εφαρμόζουν νόμο που το περιεχόμενό του είναι αντίθετο προς το Σύνταγμα". Γιατί είναι τρομερά πολύτιμο αυτό το άρθρο; Γιατί καθιστά παράνομο τον οποιονδήποτε προσπαθεί να εφαρμόσει έναν νόμο, τον οποίο τα δικαστήρια δεν δέχονται ως συνταγματικά ορθό. Ποια η πρακτική του αξία; Ο απόλυτος έλεγχος και όχι βέβαια η χειραγώγηση των υπολοίπων εξουσιών. Γιατί; Γιατί η δικαστική εξουσία μπορεί με "πάσες" στον εαυτό της να ελέγχει τις αυθαιρεσίες των υπολοίπων εξουσιών. Μπορεί δηλαδή να κινείται αυτεπάγγελτα στο επίπεδο της διερεύνησης οποιουδήποτε νόμου της φαίνεται αντισυνταγμα­τικός και στη συνέχεια, αφού γίνει η εκδίκασή του, να τον ακυρώνει με δικαστική απόφαση.
Μπορεί, χωρίς να κάνει πολιτική, να ελέγχει την πολιτική. Μπορεί, χωρίς να "ενεργεί", να έχει "ενεργό" ρόλο, εφόσον μπορεί ν' ακυρώνει οτιδήποτε δεν συντρέχει με το Σύνταγμα. Πώς μπορεί πρακτικά να γίνει αυτό; Έστω για παράδειγμα ότι η δικαστική εξουσία αντιλαμβάνεται συνταγματικό κίνδυνο από τις ιδιωτικοποιήσεις των δημοσίων επιχειρήσεων. Δεν μπορεί να πει απευθείας την άποψή της για το θέμα αυτό, γιατί είναι ένα θέμα καθαρά πολιτικό. Δεν συγκυβερνάει με την εκτελεστική εξουσία, ώστε να συναποφασίζουν και να της ζητείται η γνώμη της για τις ιδιωτικοποιήσεις. Η κυβέρνηση υποτίθεται τις πραγματοποιεί για πολιτικούς λόγους και έχει τα αντίστοιχα επιχειρήματα. Επιχειρήματα, που έχουν σχέση με τις οικονομικές της εκτιμήσεις ή με δεσμεύσεις του κράτους έναντι της Ε.Ε.. Τι μπορεί να κάνει σε μια τέτοια περίπτωση η "θηλυκή" δικαστική εξουσία; Το εξής απλό. Να κινηθεί έμμεσα εναντίον των προσώπων που την πραγματοποιούν και να εκδικάσει την υπόθεση. Να προκαλέσει και στη συνέχεια να χρησιμοποιήσει τις ενστάσεις των πολιτών για να την μπλοκάρει.
Αν δηλαδή υπάρχει ένας απλός πολίτης, που θεωρεί ότι θίγονται τα ατομικά του συμφέ­ροντα από την πώληση της ΔΕΗ, μπορεί να στραφεί εναντίον του κράτους και της κυβέρνησης για κατάχρηση εξουσίας. Τι σημαίνει αυτό; Ότι τα δικαστήρια θ' αποφασίσουν αν και κατά πόσο μια τέτοια πώληση θίγει τα συμφέροντα του πολίτη. Τα δικαστήρια θ' αποφασίσουν με βάση το Σύνταγμα αν θα συνεχιστεί η ιδιωτικοποίηση ή όχι. Τα δικαστήρια, χωρίς να "παράγουν" πολιτική, θ' ακυρώσουν μια πολιτική, αν αυτή δεν συντρέχει με το Σύνταγμα και άρα με τα λαϊκά συμφέροντα. Δεν θα πουν σε καμία εξουσία τι να κάνει, αλλά μπορούν να πουν στην οποιαδήποτε εξουσία το τι απαγορεύεται να κάνει.
Δεν λέμε τίποτε παράξενο και δύσκολο στην κατανόησή του. Σήμερα κινητοποιούνται για παράδειγμα με όλους τους τρόπους και όλα τα μέσα οι εργαζόμενοι στα Ελληνικά Πετρέλαια. Έχουν τα στοιχεία που χρειάζεται για ν' αποδείξει κάποιος ότι θίγονται τα συμφέροντα του κοινωνικού συνόλου με την ιδιωτικοποίησή τους. Έχουν τα στοιχεία που χρειάζεται για ν' αποδείξει κάποιος ότι είναι παράνομη και αντισυνταγματική η ιδιωτικοποίησή τους. Αυτούς τους ανθρώπους μπορεί να τους εκμεταλλευτεί η δικαστική εξουσία, για να προστατεύσει τα συμφέροντα του λαού από τους κλέφτες. Μπορεί δηλαδή να "παράγει" πολιτική, χωρίς να την ασκεί και άρα χωρίς να υπερβαίνει τα όριά της.
Τα όρια του συστήματος δικαιοσύνης είναι απόλυτα ορατά απ' όλους και γι' αυτόν τον λόγο δεν μπορεί ποτέ η "θηλυκή" δικαιοσύνη να γίνει επικίνδυνη για τη δημοκρατία. Κάνουν λάθος όσοι νομίζουν ότι μια ανεξάρτητη δικαιοσύνη είναι επικίνδυνη. Γιατί; Γιατί, έχοντας η εξουσία αυτή τριβές με τις υπόλοιπες εξουσίες, στην ουσία ελέγχεται και η ίδια. Όταν κάποιος από τους ηγέτες της υπερβεί τα όριά του, δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητος από αυτούς που θίγει με τις πράξεις του και οι οποίοι είναι εξίσου ισχυροί και νομικά καταρτισμένοι. Από εκεί και πέρα κινδυνεύει από τον ίδιο νόμο που τον προστατεύει όταν αυτός είναι νόμιμος. Ο δικαστικός δηλαδή μοιάζει με τον χειριστή ενός τανκ. Για όσο διάστημα υπακούει στο Σύνταγμα είναι πανίσχυρος. Αν το παραβεί, πέφτει από αυτό και τον καταπατά το ίδιο τέρας που υποτίθεται κυβερνά.
Για όλους αυτούς τους λόγους η δικαιοσύνη θα πρέπει να παραμένει πάντα ελεύθερη να κάνει το έργο της. Είναι η μόνη εξουσία που μπορεί να ελέγξει με απόλυτο τρόπο τις υπόλοιπες εξουσίες, όταν αυτές θίγουν τα συμφέροντα του πολίτη και άρα κινούνται αντισυνταγματικά. Είναι η μόνη εξουσία που μπορεί να σταματήσει τη σημερινή "λαίλαπα" της Νέας Τάξης. Μπορεί να σταματήσει την προδοσία των πολιτικών. Μπορεί να μπλοκάρει όλα όσα θεωρήσαμε πιο πάνω ως αρνητικά για τον Έλληνα πολίτη. Από τις ιδιωτικοποιήσεις των δημοσίων επιχειρήσεων μέχρι και την τεράστια και αντεθνική εξαγορά του ιδιωτικού κεφαλαίου από ξένους. Μπορεί να σταματήσει τη λεηλασία της χώρας σε όποιο επίπεδο κι αν αυτήν πραγματοποιείται. Οτιδήποτε δεν συμφέρει τον απλό πολίτη είναι σίγουρα αντι­συνταγματικό και ο συνταγματικός νόμος είναι υπεράνω των πάντων. Είτε αυτοί είναι νόμοι του κοινοβουλίου είτε επίσημες δεσμεύσεις του κράτους έναντι της Ε.Ε..
Μπλοκάροντας τις συνθήκες "ξεπουλήματος" του εθνικού κεφαλαίου, στην πραγματι­κό­τητα σταματάει τις συνθήκες που γεννούν τη σημερινή διαφθορά. Από εκεί και πέρα είναι εύκολο να ελέγξει την ίδια τη διαφθορά. Η σημερινή δηλαδή εκτεταμένη διαφθορά υπάρχει, γιατί η κυβέρνηση, πάνω στην προσπάθειά της να "ξεπουλήσει" τα πάντα, δεν μπορεί να ελέγξει τη διαφθορά των προσώπων, γιατί την απειλούν τα πρόσωπα. Δεν μπορείς, για παράδειγμα, να ελέγξεις ως κυβέρνηση τη διαφθορά στα νοσοκομεία, όταν στόχος σου είναι το ξεπούλημά τους. Αυτοί, που με τη σιωπή τους δεν σε εμποδίζουν, θέλουν μερίδιο. Αυτό γίνεται σήμερα. Οι διεφθαρμένοι γιατροί είναι αυτοί οι οποίοι γνωρίζουν καλύτερα από τον καθένα τι συμβαίνει με τα νοσοκομεία και προς τα πού δρομολογούνται τα πράγματα. Δεν διαμαρτύ­ρονται, γιατί παίρνουν το "μερίδιο" τους με τα "φακελάκια". Όταν η κυβέρνηση ιδιωτικοποιεί το νοσοκομείο, ο διεφθαρμένος γιατρός ιδιωτικοποιεί το "πόστο" του. Καί οι δύο κάνουν το ίδιο πράγμα, εφόσον κοινή τους "λεία" είναι η δημόσια περιουσία. Ποιος θα σταματήσει ποιον;
Αντιλαμβάνεται ο αναγνώστης ότι δεν μπορεί να σταματήσει η διαφθορά, αν δεν σταματήσει το "ξεπούλημα" του δημοσίου κεφαλαίου. Για όσο διάστημα η αστική τάξη αντιλαμβάνεται το δημόσιο κεφάλαιο σαν ταξικό της κεφάλαιο, δεν υπάρχει περίπτωση να μην ζητήσει μερίδιο όταν αυτό "ξεπουλιέται". Αυτό το μερίδιο είναι η διαφθορά. Αυτή η διαφθορά είναι που παρασέρνει σήμερα και τη δικαστική εξουσία στα κυβερνητικά παιχνίδια. Γιατί; Γιατί δεν είναι δυνατόν οι δικαστικοί —οι οποίοι είναι επίσης αστοί— να βλέπουν τους ομοίους τους να γίνονται πλούσιοι και να μην ζητούν κι αυτοί έστω και ελάχιστα με νόμιμο τρόπο. Δεν είναι δυνατόν να μην τρέχουν στα γραφεία της εξουσίας να ζητούν αυξήσεις, όταν βλέπουν τους ομοίους τους να γίνονται πλούσιοι. Όταν βλέπεις έναν διορισμένο ημιαγράμματο καραγκιόζη να παριστάνει τον διευθυντή μιας ΔΕΚΟ με μισθό δεκάδων εκατομμυρίων, αισθάνεσαι αφελής όταν ως Εφέτης παίρνεις "ψίχουλα". Αισθάνεσαι αφελής, όταν το ίδιο "αφεντικό" σε αδικεί. Σ' αυτήν την παγίδα πέφτουν οι δικαστικοί. Παίρνουν τα "ψίχουλα" της εξουσίας και στην ουσία αυτοπεριορίζονται στο έργο τους. Δεν μπορείς να ελέγξεις αυτόν που την προηγούμενη ημέρα παρακαλούσες να σ' ευνοήσει.
Το χειρότερο βέβαια με τους δικαστικούς λειτουργούς είναι ότι παίρνουν τα ελάχιστα, τη στιγμή που αυτοί φαίνονται ως υπεύθυνοι για τις αθλιότητες άλλων. Γιατί φαίνονται; Γιατί αυτοί υπογράφουν τα απαλλακτικά βουλεύματα, όταν αρχίζουν οι καταγγελίες των πολιτών. Αυτοί συνδέονται άμεσα ως πρόσωπα με τους διεφθαρμένους υπαλλήλους και τους ιδιώτες που τους διαφθείρουν. Ενώ οι ανεύθυνοι βάση του νόμου πολιτικοί δημιουργούν τους "Κοσκωτάδες" ή τους "Κόκκαληδες" αυτού του τόπου, οι δικαστικοί είναι αυτοί οι οποίοι φαίνονται ότι τους επιτρέπουν να ζουν ελεύθεροι. Οι δικαστικοί φαίνονται ότι τους κάνουν "πλάτες". Τους δικαστικούς δηλαδή τους χρησιμοποιούν οι πολιτικοί για να κάνουν τη δουλειά τους χωρίς κόστος. Αυτό το κάνουν σε όλα τα επίπεδα.
Οι πολιτικοί, για να γίνουν αρεστοί στους Αμερικανούς, ήθελαν πρόσφατα την καταδίκη του Λεσπέρογλου, αλλά δικαστικός ήταν αυτός ο οποίος προκάλεσε την επανεκδίκαση της υπόθεσής του. Κανένας δεν γνωρίζει ποιος πολιτικός έκανε τον "καλό" στους Αμερικανούς και τι είδους απειλές χρησιμοποίησε προκειμένου να εκτελέσει τις εντολές τους. Όλοι όμως γνωρίζουμε ποιος δικαστικός υλοποίησε την υπόσχεση του πολιτικού. Τον εισαγγελέα είδαν και μίσησαν οι παριστάμενοι στη δίκη. Οι πολιτικοί θα "γλείφουν" και θα χαζογελάνε στην αμερικανική πρεσβεία, αλλά οι δικαστικοί θα φοβούνται να κυκλοφορούν στους δρόμους. Οι πολιτικοί θα "δουλεύουν" τον κόσμο, αλλά οι δικαστικοί θα έρχονται σε σύγκρουση μαζί του στα ορκωτά δικαστήρια.
Αυτό είναι και το μέγα κατόρθωμα των εξουσιαστών και η αρχή του "καπελώματος" της δημοκρατίας. Έκαναν τον κόσμο να φοβάται και ν' αποστρέφεται τη δικαστική εξουσία σαν "μπαμπούλα", ενώ θα έπρεπε να τη σέβεται και να την αγαπά σαν "μητέρα". Εκμεταλλεύτηκαν τα προηγούμενα σφάλματά της και την "ιεροεξεταστική" καταγωγή της. Εκμεταλλεύτηκαν τις προηγούμενες τραυματικές εμπειρίες των λαών, όταν πραγματικά η δικαστική εξουσία τους βασάνιζε, υπηρετώντας τις απάνθρωπες εξουσίες. Αυτό το οποίο δεν εξήγησαν ποτέ και σε κανέναν ήταν ότι, από τη στιγμή που έγινε η Γαλλική Επανάσταση, άλλαξαν τα δεδομένα και τα συμφέροντα σ' ό,τι αφορά τη δικαιοσύνη. Μέσα στις αστικές δημοκρατίες ο πολίτης είναι το "αφεντικό" των πάντων.
Αυτό το οποίο δεν κατάλαβαν οι λαοί είναι ότι μετά από αυτήν την Επανάσταση η δικαστική εξουσία έγινε "υπηρέτης" του συνταγματικού νόμου και όχι των "αφεντικών" της κοινωνίας. Η δικαστική εξουσία έγινε ο θεματοφύλακας του υπέρτατου νόμου. Του νόμου, που εξασφαλίζει την παντοδυναμία του λαού. Του νόμου, που μετατρέπει τον λαό σε "αφεντικό" των πάντων. "Αφεντικό" της δικαστικής εξουσίας μετά τη Γαλλική Επανάσταση έγινε ο λαός και "διευθυντής" της το Σύνταγμα. "Αφεντικό" της έπαψαν να είναι οι φεουδάρχες και η εκκλησία και "διευθυντής" της τα ιδιοτελή συμφέροντά της.
Αυτή η παρανόηση του λαού απέναντι στη δικαιοσύνη και τους μηχανισμούς της ήταν εσκεμμένη επιλογή, η οποία έγινε εκ του πονηρού από τους αστούς. Γιατί; Γιατί οι αστοί ήθελαν, διατηρώντας τα παλιά δεδομένα, να γίνουν οι ίδιοι "αφεντικά" της, για να μπορούν να ελέγχουν τα πάντα. Οι αστοί δεν ήθελαν την κοινωνική δικαιοσύνη. Οι αστοί δεν ήθελαν να ελέγχονται από μια ανεξάρτητη δικαιοσύνη, που θα υπάκουε μόνο στον νόμο. Οι αστοί ήθελαν να γίνουν "χαλίφηδες στη θέση του χαλίφη". Ήθελαν τα πρώην λιγούρια ν' απολαμβάνουν προνόμια φεουδαρχών. Γι' αυτόν τον λόγο δεν εξήγησαν στους λαούς τις αλλαγές. Έφτιαξαν τους νόμους που απαιτούσε η δημοκρατία, για να μην έχουν οι ίδιοι πρόβλημα με τους ισχυρούς της κοινωνίας, αλλά στην καταπάτησή τους επενδύουν, ώστε να φέρονται οι ίδιοι ως ανεξέλεγκτοι ισχυροί. Δεν μπορείς ν' ασκήσεις απόλυτη εξουσία, χωρίς να ελέγχεις τη δικαστική εξουσία.
Οι απλοί πολίτες αυτό δεν το κατάλαβαν και δεν άλλαξαν τη συμπεριφορά τους απέναντι σ' αυτήν. Δεν κατάλαβαν ότι, ως κυρίαρχοι, μπορούν να διατηρούν άμεση επαφή μαζί της, όπως διατηρούσαν τέτοια επαφή οι φεουδάρχες στον καιρό της παντοδυναμίας τους. Φοβόταν κανένας φεουδάρχης τα δικαστήρια της εποχής του; Φοβόταν κανένας φεουδάρχης να πάει να συναντήσει έναν δικαστικό προκειμένου να του εξηγήσει ένα πρόβλημά του; Όχι βέβαια. Γιατί; Γιατί ήταν "αφεντικό" του. Γιατί ο σημερινός πολίτης δεν κάνει το ίδιο, εφόσον το επιτρέπει η ιδιότητά του; Ο πολίτης σ' αυτήν έπρεπε να καταφεύγει, κάθε φορά που αισθανόταν ότι αδικείται, είτε από την εξουσία είτε από κάποιον συμπολίτη του. Γιατί; Γιατί εκεί θα έβρισκε τη σιγουριά και τη δικαιοσύνη. Το υποκειμενικό της πολιτικής δεν υπάρχει στη δικαιοσύνη. Εκεί υπάρχει μόνον ο νόμος και ο νόμος είναι αντικειμενικός. Αν έχεις δίκιο, θα το βρεις, ακόμα κι αν αυτός ο οποίος στέκεται απέναντί σου ως αντίδικος είναι το ίδιο το κράτος και η ίδια η κυβέρνηση.
Όπως ο ρόλος της μητέρας είναι να κρίνει δίκαια τα παιδιά της και είτε να τα δικαιώνει είτε να τα τιμωρεί, έτσι έπρεπε να λειτουργεί και η δικαστική εξουσία. Ο πολίτης σε κάθε περίπτωση σ' αυτήν θα έπρεπε ν' αναζητά καταφύγιο και προστασία. Όπως ένα παιδί δεν φοβάται τη μητέρα του, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν τη σέβεται, έτσι θα έπρεπε να συμβαίνει και στη σχέση πολίτη και δικαστικής εξουσίας. Όπως ένα παιδί φοβάται να "ξεγελάσει" τη μητέρα του εις βάρος κάποιου αδερφού του, έτσι θα έπρεπε να συμβαίνει και σ' αυτήν την περίπτωση. Όπως η μητέρα είναι αγαπητή, παρ' όλη τη δυνατότητά της να τιμωρεί, έτσι θα έπρεπε να συμβαίνει και με τη δικαστική εξουσία.
Προσοχή εδώ, γιατί μπορεί να υπάρξει παρανόηση. Ο πολίτης είναι σωστό ν' απευθύνεται στην εξουσία "μητέρα" και να μην την μπερδεύει με την αστυνομία. Η αστυνομία είναι διωκτικός μηχανισμός. Είναι το "πρωτο­παλίκαρο" της "μητέρας". Η "συναναστροφή" με τη "μητέρα" δεν είναι επικίνδυνη, γιατί υπάρχει ο νόμος που ορίζει τον ρόλο της και η ίδια διαθέτει από το Σύνταγμα τη δυνατότητα να κρίνει τόσο αυτόν που καταγγέλλεται όσο και αυτόν που καταγγέλλει. Τιμωρείται αυτός ο οποίος καταγγέλλει ψευδώς και συκοφαντεί τα αδέρφια του. Με τη δικαιοσύνη δεν "παίζεις", γιατί θα κλάψεις. Την συναναστρέφεσαι, αλλά πρέπει να είσαι ειλικρινής. Αντίθετα μ' αυτήν την περίπτωση η άμεση "συναναστροφή" του πολίτη με την αστυνομία είναι τελείως διαφορετικό πράγμα και αποτελεί ίδιον των χαφιέδων. Γιατί; Γιατί η αστυνομία δεν έχει την αρμοδιότητα να κρίνει. Η αστυνομία συνήθως είναι το "όργανο" των χαφιέδων, οι οποίοι θέλουν να ταλαιπωρούν συμπολίτες τους, εφόσον η αστυνομία σε περίπτωση καταγγελίας δεν μπορεί να κάνει τίποτε παραπάνω. Η αστυνομία είναι "όργανο" της δικαιοσύνης και μόνον αυτής τις εντολές πρέπει να υπακούει. Ο πολίτης ο οποίος δίνει "εντολές" στην αστυνομία είναι ύποπτος και εχθρός της δημοκρατίας. Ακίνδυνη για τη δημοκρατία είναι μόνον η επαφή τού πολίτη με τη δικαστική εξουσία.
Αυτό όμως δεν συνέφερε αυτούς που μας κυβερνάνε. Δεν συνέφερε, γιατί ήθελαν ν' ασκούν απόλυτη εξουσία και να κλέβουν. Γι' αυτόν τον λόγο κύρια επιδίωξή τους έγινε η απομόνωση του πολίτη από τη δικαιοσύνη. Τα πονηρά "αδέρφια" θέλησαν ν' απομονώσουν τους υπόλοιπους από τη "μητέρα", που είχε τη δυνατότητα να τα προστατεύσει και να τιμωρήσει τους πονηρούς. Για να το κατορθώσουν αυτό, έδωσαν στη δικαστική εξουσία το πρόσωπο που σήμερα βλέπουμε. Ένα πρόσωπο αυστηρό, δύστροπο, που δεν μπορείς καν να συνεννοηθείς μαζί του χωρίς κάποιον ενδιάμεσο. Ακόμα και το γλωσσικό "ιδίωμα" που χρησιμοποιεί είναι μια επιλογή που έγινε εκ του πονηρού, για να μην συνεννοείται μ' αυτήν ο πολίτης, ώστε να χρειάζεται έναν ενδιάμεσο, είτε αυτός είναι πολιτικός είτε δικηγόρος. Το πόσο υστερόβουλη και πονηρή είναι αυτή η επιλογή είναι δυνατόν να γίνει αντιληπτή μόνον αν κάποιος προσπαθήσει να καταλάβει τη σχέση που υπάρχει μεταξύ αυτών των οποίων πρέπει να "συνεννοηθούν" μεταξύ τους. Αν προσπαθήσει να καταλάβει το κέρδος που προκύπτει για κάποιους, όταν αυτοί οι οποίοι πρέπει να "συνεννοηθούν" μεταξύ τους δεν το καταφέρνουν.
Η γλωσσική επιλογή του συστήματος δικαιοσύνης είναι εγκληματική για τη δημοκρατία. Γιατί; Γιατί στην περίπτωση αυτήν το ζητούμενο είναι η συνεννόηση και η επαφή και όχι η αισθητική της έκφρασης και η απόσταση. Υποτίθεται ότι αυτό έγινε για να προστατευτεί το κύρος της δικαιοσύνης, ενώ στην πραγματικότητα έγινε για να δημιουργηθεί πρόβλημα στη σχέση της με τον πολίτη. Είναι σαν να επιλέγει μια μητέρα να μιλάει την "καθαρεύουσα" την ίδια στιγμή που το παιδί της γλωσσικά βρίσκεται στη νηπιακή ηλικία. Υπάρχει μητέρα που —όσο μορφωμένη και να είναι— θα το κάνει αυτό; Όχι βέβαια. Γιατί; Γιατί θα ακυρώσει τον κύριο και πρωτεύοντα ρόλο της. Θα χάσει την επαφή με το παιδί και αυτό είναι πολύ πιο σημαντικό πρόβλημα από το να προσαρμόσει τον λόγο της και όχι βέβαια τη γνώση της στο επίπεδο του παιδιού. Είναι πιο σημαντικό για τη μητέρα να διατηρεί τη μητρική της ιδιότητα παρά το επιστημονικό "image" της.
Επιβάλλεται από τον ρόλο της δηλαδή να συνομιλεί με το παιδί της στο δικό του επίπεδο και από εκεί και πέρα με τη δική της γνώση ας "κωδικοποιεί" τη συνομιλία της στο δικό της επίπεδο. Επιβάλλεται αυτή να "κατέβει" επίπεδο και να μην περιμένει από απόσταση να συμβεί το αδύνατο. Το ζητούμενο για τη μητέρα είναι να καταλαβαίνει τι σημαίνει "άτα", όταν συνομιλεί με το παιδί της και μετά αυτή στις αποφάσεις της ας το περιγράφει ως "περίπατο". Το σφάλμα όμως, που δεν κάνει καμία μητέρα, το έκανε το σύστημα δικαιοσύνης. Έχασε την επαφή του με τον πολίτη. Επέλεξε, για λόγους κύρους και για να εμπνέει υποτίθεται τον σεβασμό, να "συνδιαλέγεται" σε μια γλώσσα ακατανόητη για τον μέσο πολίτη και έχασε τον βασικό της στόχο, που είναι η συνεννόηση μ' αυτόν.
Ο μέσος πολίτης δεν διαφέρει στη γλωσσική του κατάρτιση από το παιδί του παρα­δείγματός μας. Όταν όμως το ζητούμενο της σχέσης του με τη δικαστική εξουσία είναι η συνεννόηση, αυτήν είναι αδύνατη. Αυτή η αδυναμία ήταν και το ζητούμενο για τους πονηρούς, που την επέβαλαν στο δικαστικό σύστημα. Εξαιτίας της αδυναμίας αυτής ο πολίτης δεν έχει άμεση επαφή με τη δικαστική εξουσία κι αυτό ωφελεί τους πολιτικούς, οι οποίοι κάνουν αυτό το οποίο απαγορεύεται για τους δικαστικούς. Συνεννοούνται με τον λαό στη γλώσσα που μπορεί να μιλήσει ο κάθε πολίτης. Με τον τρόπο αυτόν αναλαμβάνουν εργολαβικά την επαφή της κοινωνίας με τη δικαιοσύνη. Το ίδιο επωφελούνται και οι δικηγόροι, εφόσον σε άλλη κλίμακα κάνουν κι αυτοί ακριβώς το ίδιο. Αυτοί αναλαμβάνουν εργολαβικά την επαφή του πολίτη με τη δικαιοσύνη.
Αυτοί είναι οι ενδιάμεσοι. Αυτοί είναι οι υπεργολάβοι της δικαιοσύνης σε όλα τα επίπεδα. Είτε στο συλλογικό επίπεδο είτε στο ατομικό. Αυτοί έχουν τα "μεγάφωνα" για ν' ακούει ο "κουφός" πάνω στην έδρα. Αυτοί από "ευαισθησία" ακούνε το "άτα" του πολίτη και το περιγράφουν ως "περίπατο" στους δικαστές. Αυτούς προφανώς δεν τους ενδιαφέρει ούτε το "κύρος" ούτε ο "σεβασμός". Τους πρώτους τους ενδιαφέρει να παρακάμψουν τον κίνδυνο του ελέγχου από τους δικαστικούς και τους δεύτερους τους ενδιαφέρει να "κονομάνε" από την αδυναμία του πολίτη να συνεννοηθεί μαζί τους.
Αυτή ήταν η επιτυχία των αστών. Μπόρεσαν και μπήκαν ανάμεσα στον πολίτη και τη "μητέρα" εξουσία. Την παρουσίασαν σαν την κακιά "στρίγκλα", που οποιαδήποτε επαφή μαζί της συνεπάγεται σίγουρα "μπελά", αν όχι τιμωρία. Υπάρχουν πολίτες που, ακόμα κι όταν αδικούνται κατάφορα, τρέμουν στην ιδέα ότι πρέπει να χτυπήσουν την πόρτα του εισαγγελέα. Υπάρχουν πολίτες που ακόμα και όταν έχουν δίκιο δεν πιστεύουν ότι θα το βρουν στο δικαστήριο. Αυτό κατάφεραν οι πολιτικοί και οι δικηγόροι με την προπαγάνδα τους. Οι πολίτες παγιδεύτηκαν και αυτό ήταν το ζητούμενο. Πολιτικοί και δικηγόροι κατάφεραν κι έφεραν τα πράγματα στα μέτρα των συμφερόντων τους. Με την απομόνωσή της οι πρώτοι κατόρθωσαν να την ελέγχουν και οι δεύτεροι να την εκμεταλλεύονται. Γίνονταν πλούσιοι και ισχυροί, απομονώνοντας τη δικαστική εξουσία από το "αφεντικό" της, που είναι ο λαός στο σύνολό του και "παιδί" της ο κάθε πολίτης.
Αποτέλεσμα; Οι πολίτες να την αποφεύγουν και να μην την εμπιστεύονται. Αυτό είναι το πραγματικό κατόρθωμά τους. Απομόνωσαν τον λαό από την μόνη εξουσία που προβλέπεται από το Σύνταγμα να έχει "θηλυκό" ρόλο. Την μόνη εξουσία στην οποία μπορεί ν' απευθύνεται ο πολίτης σε καθημερινή βάση και να επιλύει τα προβλήματά του σχεδόν την ίδια στιγμή. Την μόνη εξουσία που μπορεί να "τσακίσει" στην κυριολεξία τον οποιοδήποτε παρανομεί, όσο ισχυρός κι αν είναι. Αυτό ήταν το κατόρθωμά τους και με τον τρόπο αυτόν οι εξουσιαστές καταφέρνουν κι "αλωνίζουν" σε συνθήκες πλήρους ατιμωρησίας.
Βλέπει ο πολίτης τις αθλιότητες των πολιτικών και των "χορηγών" τους και δεν προσφεύγει στη δικαιοσύνη, για να τους περιορίσει άμεσα κι αποτελεσματικά. Δεν προσφεύγει στον καθ' ύλην αρμόδιο. Προτιμά να πηγαίνει στους καραγκιόζηδες που αντιπροσωπεύουν τα κόμματα. Προτιμά να πηγαίνει στον τοπικό κομματάρχη, ο οποίος υποτίθεται "καταγράφει" τα προβλήματά του και του υπόσχεται "άμεση" λύση σε κάποια χρόνια και υπό την προϋπόθεση βέβαια ότι θα βοηθήσει ο πολίτης να κερδισθούν οι εκλογές. Τα κόμματα δηλαδή αναλαμβάνουν παράνομα εισαγγελικό και δικαστικό ρόλο και στην ουσία κοροϊδεύουν τον πολίτη. Η περιοδικότητα των εκλογών τούς δίνει το δικαίωμα να διαιωνίζουν μια κατάσταση που τους συμφέρει. Οι κυβερνητικοί κατακλέβουν τον κόσμο και βολεύουν τους ημετέρους χωρίς αντίδραση και οι αντιπολιτευόμενοι εκμεταλλεύονται τη "συσσώρευση" λαϊκής οργής, για να διεκδικήσουν την εξουσία και να κάνουν τα ίδια.
Κανένας κομματάρχης δεν προτείνει σε κάποιον διαμαρτυρόμενο πολίτη να πάει στον εισαγγελέα, όταν αντιλαμβάνεται κλοπή κι αυθαιρεσία των κυβερνώντων. Γιατί; Για να μην χαλά η "πιάτσα". Για να μην χαλά η κομματική "αγορά". Υποτίθεται, για να μην "νοθεύεται" η πολιτική με δικαστικές παρεμβάσεις, ενώ στην πραγματικότητα ο άνευ πραγματικού αντικειμένου κομματάρχης επιδιώκει να κρατήσει για το κόμμα τον ρόλο του "κατηγόρου" και του "τιμωρού". Επιδιώκει να κρατήσει για τον εαυτό του τον ρόλο του "ήρωα" αυτού του αυθαίρετου και γιγαντιαίου "κατήγορου" και "τιμωρού". Κρατούν για τους εαυτούς τους ρόλους, που από το Σύνταγμα προβλέπεται ο μεν πρώτος να είναι προνόμιο του πολίτη ο δε δεύτερος να είναι προνόμιο του συστήματος της δικαιοσύνης. Αναλαμβάνοντας τα κόμματα εργολαβικά τον ρόλο του "κατηγόρου", "παίζουν" με τους πολίτες υπέρ των συμφερόντων τους. Με τον τρόπο αυτόν τα κόμματα αλληλοεξυπηρετούνται και διαφθείρονται, χωρίς να ελέγχονται.
Τα προβλήματα του πολίτη και τις παρανομίες των κομμάτων τα διαχειρίζονται δηλαδή αυτοί οι οποίοι δεν προβλέπεται από το Σύνταγμα να τα διαχειρίζονται, γιατί απλούστατα δεν έχουν την αρμοδιότητα να τα τιμωρούν. Τα κόμματα προβλέπεται να διεκδικούν τη διακυβέρνηση μιας χώρας και όχι να διαχειρίζονται τα προβλήματα των πολιτών. Δουλειά των κομμάτων είναι να βελτιώνουν τις κυβερνητικές τους προτάσεις, τις οποίες θα κρίνουν οι πολίτες στις εκλογές και όχι να υποκαθιστούν τη δικαιοσύνη. Δουλειά των κομμάτων είναι να διεκδικούν κυβερνητικό ρόλο και όχι να παριστάνουν τους αγωνιστές της δικαιοσύνης. Με τα προγράμματά τους θα έπρεπε να κερδίζουν τις εκλογές και όχι με την εξαργύρωση του αγώνα τους για κοινωνική δικαιοσύνη.
Με βάση τον συνταγματικό ρόλο των κομμάτων φυσιολογικά δεν θα έπρεπε οι πολίτες να έχουν καθημερινές σχέσεις μ' αυτά, γιατί απλούστατα η "κυβερνητική" δεν έχει καθημερινά προβλήματα, που αφορούν τον πολίτη. Με βάση τον συνταγματικό ρόλο των κομμάτων δεν θα έπρεπε στην εποχή της τηλεόρασης να διατηρούν κομματικά "υποκαταστήματα" διάσπαρτα στη χώρα. Αυτό το κάνουν, για να διαχειρίζονται την κοινωνική προβληματικότητα, πράγμα παράνομο για τον ρόλο τους. Το να καταγγέλλει για παράδειγμα ένα κόμμα την κυβέρνηση για παράνομους διορισμούς στη ΔΕΗ, δεν σημαίνει τίποτε. Το να πάει αυτή η υπόθεση στη δικαιοσύνη, σημαίνει πολλά. Πιο πολύ δύναμη δηλαδή έχει μια επώνυμη καταγγελία πολίτη στον εισαγγελέα, παρά μια επερώτηση στη βουλή. Στην πρώτη περίπτωση ο εισαγγελέας θα κινηθεί άμεσα προς την τιμωρία του παρανόμου, ενώ στη δεύτερη περίπτωση οι βουλευτές θα κάνουν την "πλάκα" τους και τα "παζάρια" τους μέσα στη βουλή.
Βγαίνει ο κάθε καραγκιόζης πολιτικός και λέει ό,τι θέλει, χωρίς να σκέφτεται τίποτε. Έφαγαν οι αλήτες τα χρήματα του κόσμου στο χρηματιστήριο και βγαίνει ο άλλος και λέει ότι είναι πολιτικό το ζήτημα και ότι δεν θέλει να ποινικοποιηθεί η πολιτική ζωή. Και ποιος τον ρώτησε αν θέλει ή δεν θέλει να ποινικοποιηθεί; Είναι παράνομος και μόνον που διατυπώνει δημοσίως αυτήν τη θέση. Δουλειά της δικαιοσύνης είναι να κινηθεί αυτεπάγγελτα και να δει αν και κατά πόσο υπάρχουν ποινικές ευθύνες στην υπόθεση του χρηματιστηρίου. Ποιος είναι ο πολιτικός που αυθαίρετα αποφασίζει τι θα κάνει η δικαιοσύνη και τι όχι; Κάτι αντίστοιχο γίνεται σε όλες τις "ύποπτες" συναλλαγές της πολιτικής εξουσίας. Οι πολιτικοί προσπαθούν να "κατευθύνουν" τη δικαστική έρευνα μόνον προς την πλευρά που δεν τους θίγει. Έχουν αποθρασυνθεί τελείως και νομίζουν ότι τα ελέγχουν όλα. Κανένας δεν αυτοπεριορίζεται, γιατί αυτός ο οποίος είναι σε θέση να τους περιορίσει είναι αδύναμος και δεν μπορεί να τους ελέγξει. Αυτή είναι η δημοκρατία, όπως την αντιλαμβάνονται οι διεφθαρμένοι.
Γιατί συμβαίνει αυτό; Γιατί υπάρχει συμπαιγνία μεταξύ των κομμάτων που μονοπωλούν την εξουσία. Συμφέρει τα κόμματα να διαχειρίζονται προβλήματα και παρανομίες. Τα συμφέρει, γιατί το ένα κάνει "πλάτες" στο άλλο. Τα συμφέρει, γιατί με τους κολοσσιαίους κομματικούς μηχανισμούς "πνίγουν" την κοινωνία. Τα συμφέρει, γιατί ο "κοινωνικός" ρόλος αυτών των μηχανισμών "δικαιολογεί" την παράνομη επαφή των κομμάτων με τα δημόσια ταμεία. Γι' αυτόν τον λόγο είναι θεμελιώδες για τους πολιτικούς ν' απολαμβάνουν και τη βουλευτική ασυλία. Η διαχείριση παρανομιών τούς καθιστά παράνομους και γι' αυτόν τον λόγο έχουν ανάγκη την ασυλία και όχι επειδή σε κάποια στιγμή θα υπερασπιστούν υποτίθεται ακόμα και με παράνομα μέσα τη δημοκρατία. Λέμε υποτίθεται, γιατί, όταν υπερασπίζεσαι τη δημοκρατία, δεν υπάρχουν παράνομα μέσα. Με τη "βούλα" του Συντάγματος μπορείς να χρησιμοποιήσεις "κάθε" μέσο.
Σ' αυτήν τη διαχείριση στηρίζεται η παγίδα τους και το "καπέλωμα" της δημοκρατίας. Ταυτίζοντας οι αστοί το κομματικό παρασύστημα δικαιοσύνης με τη διαχείριση της εξουσίας, οδηγούν τις εξελίξεις προς τον δικομματισμό. Αυτό είναι ολέθριο για τη δημοκρατία. Γιατί; Γιατί τα κόμματα, ως μηχανισμοί, υπό κάποιες συνθήκες μπορούν να γίνουν ακόμα και οικογενειακές ιδιοκτησίες. Αν τα προσωποπαγή κόμματα κατορθώσουν και διαχειρίζονται προβλήματα μεγάλων μερίδων του λαού, αυτό σημαίνει ότι βρίσκονται πάντα κοντά στην εξουσία. Σημαίνει ότι η εκτελεστική και νομοθετική εξουσία γίνονται ένα "κουβάρι", που ελέγχονται πλήρως από κάποιους ιδιώτες.
Σε συνθήκες πραγματικής δημοκρατίας όλες οι εξουσίες θα έπρεπε να λειτουργούν ανεξάρτητα. Μέσα στη βουλή δεν θα έπρεπε να δίνονται ψευδομάχες ιδεολογικού χαρακτήρα. Για την ιδεολογία έχει αποφασίσει το Σύνταγμα και αυτό το οποίο γίνεται σήμερα μέσα στη βουλή είναι ένα θέατρο σκιών, όπου οι καραγκιόζηδες παριστάνουν τους προστάτες της ιδεολογίας και της δημοκρατίας. Έχουν βάλει εντελώς παράνομα το ΚΚΕ μέσα στη βουλή και έχουν εξασφαλίσει την "αρκούδα" που υποτίθεται πολεμάνε. Μιλάμε πάντα για το δογματικό και από τη φύση του σταλινικό ΚΚΕ και όχι για τη δημοκρατική αριστερά, στην οποία το Σύνταγμα, η Δημοκρατία και ο ελληνικός λαός οφείλουν τα μέγιστα. Μιλάμε πάντα για μηχανισμούς μη συμβατούς με το Σύνταγμα. Στο επίπεδο αυτό τόσο το ΚΚΕ όσο και φασιστική ακροδεξιά δεν μπορούν να μπουν στη βουλή, γιατί απλούστατα δεν σέβονται το Σύνταγμα.
Στη βουλή μπαίνουν μόνον όσοι σέβονται το Σύνταγμα. Μόνον όσοι προβλέπονται από το Σύνταγμα να μπουν με τον τρόπο με τον οποίο προβλέπεται να το κάνουν. Για τον ίδιο λόγο που δεν μπορεί ο Μουφτής της Ξάνθης να μπει στην Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδας, έτσι δεν έχουν λόγο αυτά τα "κόμματα" να μπουν στη βουλή. Βάζουμε τη λέξη κόμμα σε "εισαγωγικά", γιατί κόμμα είναι μόνον ό,τι είναι συμβατό με το Σύνταγμα. Μέσα στη βουλή μπαίνουν μόνον τα κόμματα. Ούτε οι παρατάξεις ούτε οι μη συμβατές με το Σύνταγμα ιδεολογίες.
Απλά είναι τα πράγματα. Η βουλή είναι όργανο του Συντάγματος. Δεν είναι αρένα, όπου συγκρούονται οι ιδεολογίες. Όποιος αμφισβητεί το Σύνταγμα, δεν μπορεί να συμμετέχει στα όργανά του. Όταν μέσα σε ένα όργανο του Συντάγματος τοποθετείς τα ψευδοκόμματα των πολιτικών άκρων, στην πραγματικότητα μετατρέπεις την κάθε εκλογική σύγκρουση σε δημο­ψήφισμα για το πολίτευμα. Μετατρέπεις την απλή "κρίση" για τη διαχείριση σε μάχη χωρίς αύριο για την ίδια την ιδιοκτησία. Αυτό αντιβαίνει τη λογική του Συντάγματος και συμφέρει μόνον τους "αρκουδιάρηδες", που εκ του ασφαλούς παριστάνουν τους "προστάτες" της δημοκρατίας και του πολιτεύματος.
Η δημοκρατία είναι καλή αλλά όχι κουτή. Αντίθετα με ό,τι πιστεύουν μερικοί, δεν είναι καθόλου αφηρημένη με τους εχθρούς τους. Δεν επιτρέπει σε έναν εχθρό της να περιφέρεται οπλισμένος στους κοιτώνες των παιδιών της. Επιτρέπει σε όλους να υπάρχουν, αλλά δεν μπαίνουν όλοι στα όργανά της. Το Σύνταγμα, εξαντλώντας τα όρια του ανθρωπισμού και του πολιτισμού, απλά προσφέρει σε όλους αυτούς τη δυνατότητα να υπάρχουν, να καλλιεργούν και να διαδίδουν τις απόψεις τους, χωρίς όμως να παραβιάζουν τις διατάξεις του. Λειτουργεί πάνω στο ίδιο πνεύμα και στην ίδια βάση που ο νόμος της ανεξιθρησκίας επιτρέπει να υπάρχουν και άλλες θρησκείες εκτός από την κυρίαρχη. Από εκεί και πέρα, αν νιώθει κάποιος τόσο ισχυρός, ώστε ν' αμφισβητήσει ανοιχτά το Σύνταγμα, βγαίνει από την "πλατφόρμα" του και το πολεμά με ό,τι συνεπάγεται αυτή η πράξη. Αν είναι συντριπτικά ισχυρός, το αλλάζει. Αν δεν είναι, κάθεται στη "γωνία" του.
Κάποτε οι πραγματικοί δημοκράτες πλήρωσαν το κόστος και πολέμησαν τους φασίστες, προκειμένου ν' αλλάξουν το Σύνταγμα. Το ίδιο επιχείρησαν και οι κομμουνιστές και απέτυχαν. Όλοι αυτοί όμως ακολούθησαν τον μοναδικό δρόμο που υπάρχει, για ν' ανατραπεί ένα Σύνταγμα και αυτό είναι κάτι που προφανώς δεν συμφέρει τους σημερινούς αμφισβητίες του. Τα Συντάγματα και οι ιδεολογίες συγκρούονται στους δρόμους και τα πεζοδρόμια και όχι στη βουλή, που ανήκει στο υπάρχον Σύνταγμα. Σήμερα βλέπουμε παράξενα πράγματα. Βλέπουμε στη βουλή ακόμα και κουτορνίθια, που κάποτε ήταν πραιτοριανοί της Χούντας ή του "Παλατιού", να το αμφισβητούν άμεσα.
Τι συμβαίνει με όλους αυτούς; Κάποτε αυτοί οι φασίστες έστελναν τους αμφισβητίες του δικού τους Συντάγματος στα ξερονήσια. Σήμερα πώς τολμούν να απαιτούν ν' αμφισβητούν το Σύνταγμα των άλλων εκ του ασφαλούς και μάλιστα με μισθό; Αυτοί ήταν πονηροί και οι υπόλοιποι κοροΐδα; Επειδή κοροΐδα δεν υπάρχουν, αντιλαμβάνεται πλέον ο αναγνώστης τι συμβαίνει. Οι πολιτικοί έβαλαν μέσα στη βουλή συνταγματικά παράνομες δυνάμεις, για να δημιουργήσουν τις συνθήκες που θα τους επέτρεπαν να ταυτίσουν τις ιδεολογίες με τον κομματισμό και να "καπελώσουν" τα πάντα. Με τον τρόπο αυτόν τα κυρίαρχα κόμματα ταυτίστηκαν με το ίδιο το Σύνταγμα και μονοπωλούν την εξουσία, εφόσον οι αντίπαλοί τους πρακτικά δεν μπορούν να τη διεκδικήσουν. Εκμεταλλευόμενοι δηλαδή το γεγονός ότι η πλειοψηφία του λαού ταυτίζεται με το υπάρχον Σύνταγμα, τον "μάντρωσαν", έχοντας ως φόβητρο τις παράνομες μικρόσωμες και ασήμαντες "αρκούδες" που οι ίδιοι ταΐζουν. Με τον τρόπο αυτόν τα δύο κυρίαρχα κόμματα "εισπράττουν" τη δόξα των προστατών της Δημο­κρατίας μέσα στη βουλή, ενώ δεν υπάρχει αυτή η ανάγκη. Όποιος απειλεί τη Δημοκρατία κινδυνεύει στο δρόμο και όχι μέσα στη βουλή.
Μέσα στη βουλή, με βάση το υπάρχον Σύνταγμα, θα έπρεπε να συγκρούονται μόνον τα ταξικά συμφέροντα και από την "τριβή" αυτών των συμφερόντων να προκύπτουν οι νόμοι του κράτους. Νόμοι, που θα παραδίδονταν στην εκτελεστική εξουσία, προκειμένου να κυβερνήσει. Νόμοι, που, όταν θα τίθονταν σε εφαρμογή, θα ελέγχονταν από τη δικαστική εξουσία σ' ό,τι αφορά τη συνταγματικότητά τους. Αυτό είναι το περιβάλλον που προσδιορίζει το Σύνταγμά μας, προκειμένου να λειτουργήσει η δημοκρατία. Υπό αυτούς τους όρους τα κόμματα θα διεκδικούσαν την κυβερνητική εξουσία. Μια εξουσία, που θα ασκούνταν με βάση τους νόμους της βουλής και η οποία και πάλι θα ελεγχόταν για τις όποιες παρανομίες της από τη δικαστική εξουσία. Την εκτελεστική εξουσία δηλαδή θα μπορούσε να τη διεκδικήσει ακόμα και μια "παρέα" χαρισματικών συμπολιτών μας. Μια ολιγομελής ομάδα πολιτών, που, αφού θα εξέθετε τις απόψεις της περί κυβερνητικής πολιτικής, θα μπορούσε να διεκδικήσει την εξουσία στις εκλογές.
Ακόμα κι ένας πολίτης μόνος του έχει δικαίωμα από το Σύνταγμα να δημιουργήσει κόμμα και να διεκδικήσει την εξουσία. Η έννοια "κόμμα", δηλαδή, ταυτίζεται με μία άποψη για τη δημοκρατική διακυβέρνηση ενός κράτους. Είτε αυτήν την άποψη τη μοιράζονται πέντε πολίτες μεταξύ τους είτε ο μισός πληθυσμός της χώρας, δεν αλλάζει τίποτε στην έννοια "κόμμα". Η μαζικότητα απλά είναι αυτή η οποία δίνει στην υπερέχουσα άποψη την εξουσία. Για το Σύνταγμα δηλαδή δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ ενός αρχηγού μεγάλου κόμματος και ενός απλού πολίτη σ' ό,τι αφορά την "αξία" της άποψής τους. "Κόμμα" αντιπροσωπεύει ο ένας και "κόμμα" αντιπροσωπεύει και ο άλλος. Ακόμα δηλαδή και η κρατική χρηματοδότηση των κομμάτων είναι συνταγματικά παράνομη όπως θα δούμε παρακάτω.
Σήμερα, που η προδοσία των κρατούντων έχει σχεδόν ολοκληρωθεί και φτάνουμε στα όρια, υπάρχει φόβος. Σήμερα, που δεν απέμεινε πλέον τίποτε άλλο για να λεηλατηθεί, υπάρχει φόβος. Φόβος, όχι απλά για τιμωρία τους, αλλά ακόμα και τη βιολογική εξόντωσή τους. Αναζητούν εναγωνίως συνενόχους, που να μπορούν ν' αποτελέσουν την ασπίδα προστασίας τους. Αυτός είναι κι ο λόγος που το σημερινό υπερχρεωμένο ελληνικό κράτος μοιράζει πρωτοφανείς αυξή­σεις στους δημοσίους υπαλλήλους. Ευνοεί συνειδητά και παράνομα συγκεκριμένα συλλογικά συμφέροντα, για να μπορούν οι κρατούντες να κρυφτούν από πίσω τους. Για να μπορούν οι λίγοι προδότες να γλιτώσουν πίσω από συγκρούσεις μεγεθών, που οδηγούν σε εσωτερικό ταξικό εμφύλιο.
Τι φοβούνται οι προδότες που μας κυβερνούν; Την αποκάλυψη της αθλιότητάς τους και του προδοτικού τους ρόλου. Την αποκάλυψη των σχέσεων της εξουσίας με τους ιμπεριαλιστές. Την αποκάλυψη του εσωτερικού ιμπεριαλισμού που ασκούν κάποιες οικογένειες "μανδαρίνων" εις βάρος του κοινωνικού συνόλου. Την απο­κάλυψη του ιμπεριαλισμού που ασκεί η εκτελεστική εξουσία απέναντι στις δύο άλλες. Τα πάντα λειτουργούν αλυσιδωτά κι αυτό κάνει τον φόβο του κράτους ακόμα πιο μεγάλο. Μία και μόνον "θηλιά" να ξηλωθεί για τον οποιονδήποτε λόγο και θα γκρεμιστεί το κατεστημένο που μας κυβερνά. Μια "θηλιά" που μπορεί να προκύψει οπουδήποτε μπορεί να κριθεί η εξουσία και οι επιλογές της. Είτε αυτό είναι το δικαστήριο που δικάζει τη 17 Νοέμβρη είτε το δικαστήριο που δικάζει το νόμιμο ή όχι μιας ιδιωτικοποίησης.
Το σύνολο των κοινωνικών προβλημάτων που μαστίζουν σήμερα την ελληνική κοινωνία ξεκινούν από το γεγονός ότι πολύ συγκεκριμένα άτομα διαχειρίζονται μια κρατική εξουσία, η οποία δεν λειτουργεί με τον τρόπο που προβλέπει το Σύνταγμα. Από τη μία πλευρά έχουμε δηλαδή ιδιωτικά συμφέροντα, που νέμονται τα πάντα μεταξύ τους και από την άλλη μια διαπλοκή εξουσιών, που δημιουργεί τις συνθήκες οι οποίες απειλούν το Σύνταγμα και βέβαια τη δημοκρατία. Αυτά δεν είναι τυχαία και βέβαια δεν αποτελούν "καρπούς" της ευφυΐας των κρατούντων. Αυτά είναι ιμπεριαλιστικές πρακτικές ξένων και απλά αυτοί οι ξένοι "διόρισαν" τα κουτορνίθια που μας κυβερνούν και παριστάνουν τους επαγγελματίες έξυπνους. Τόσο έξυπνους από τα γονίδιά τους, που σήμερα προσπαθούν να μας φορτώσουν και τα έξυπνα παιδιά τους.
Αυτό το οποίο αναζητούμε τώρα είναι το πώς και το ποιοι έστησαν το "σκηνικό" της εξουσίας στη σημερινή Ελλάδα. Αναζητούμε τα "αφεντικά" των έξυπνων που κυβερνούν. Αναζητούμε το πώς φτάσαμε μέχρι εδώ. Πότε, πώς και από ποιους έγινε το "καπέλωμα" της δικαστικής εξουσίας, που οδήγησε στη μετατροπή της θεωρητικά ελεύθερης Ελλάδας σε μια "Μπανανία" των Δυτικών. Τα πάντα ξεκίνησαν στην "αυγή" της μετα­πολί­τευσης. Οι ιμπεριαλιστές "έτρεμαν" στην ιδέα ότι μετά την πτώση της Χούντας και τον έντονο αντιαμερικανισμό του ελληνικού λαού θα έχαναν τον έλεγχο του ελληνικού κράτους. Επέτρεψαν στους Έλληνες να δημιουργήσουν το Σύνταγμα που ήθελαν, αλλά κατάφεραν και το "ακύρωσαν" με τις επιλογές τους. Αυτό έγινε μέσω των προσώπων που κατά παραγγελία των Αμερικανών ανέλαβαν να μας "σώσουν" τη μεταπολιτευτική περίοδο. Μέσω των προσώπων, που ήταν πληρωμένοι λακέδες των Αμερικανών.
Τι έγινε τότε; Από τον φασισμό της μονοκρατορίας της δεξιάς περάσαμε στον φασισμό της ψευδοδημοκρατίας του δικομματισμού. Εγκαθιδρύθηκε στην Ελλάδα ο κομματισμός, που καταστρατηγεί κάθε έννοια δημο­κρατίας. Γιατί; Γιατί δημιουργεί συνθήκες ολιγοπωλίου στη διαχείριση της εξουσίας. Από τότε μέχρι σήμερα δύο στην κυριολεξία ιδιόκτητα κόμματα κυβερνούν τον τόπο. Η ιδιοκτησία του Καραμανλή την οποία σφετερίζεται ο Μητσοτάκης και η ιδιοκτησία του Παπανδρέου. Αυτά τα κόμματα-ιδιοκτησίες και οι "χορηγοί" τους μονοπωλούν τα πάντα. Υπό την αιγίδα των ιμπερια­λιστών —και χάρη στην άγνοια των πολιτών— πήραν τα πνευματικά δικαιώματα των ιδεολογιών τις οποίες υποτίθεται πρεσβεύουν. Η ΝΔ πήρε τα δικαιώματα του φιλελευθερισμού και το ΠΑΣΟΚ τα δικαιώματα του σοσιαλισμού. "Φιλε­λεύθερο" στην Ελλάδα έγινε μόνον ό,τι έχει license από τη ΝΔ και το αντίστοιχο συμβαίνει και με το ΠΑΣΟΚ.
Πού βρίσκεται η παγίδα; Τα δύο αυτά κόμματα, έχοντας συμβατότητα με το Σύνταγμα, έλκουν το σύνολο των ψηφοφόρων προς το μέρος τους, χρησιμοποιώντας σαν εχθρούς-φόβητρα τα μη συμβατά με το Σύνταγμα φασιστικά και κομμουνιστικά άκρα. Μιλάμε για άκρα και όχι για κόμματα, γιατί, για να είναι κάτι κόμμα, θα πρέπει να είναι συμβατό με το Σύνταγμα, που ορίζει τι ακριβώς είναι το κόμμα. Χάρη σ' αυτά τα άκρα λοιπόν δημιουργούν ένα "χωνί", που καταλύει τη δημοκρατία και το Σύνταγμα. Αυτή είναι η παγίδα. Χρησιμοποιούν ασήμαντες, ευνουχισμένες και ακίνδυνες ιδεολογικές δυνάμεις, για να παγιδεύουν τον κόσμο. Δυνάμεις με μονοψήφια ποσοστά στην ελληνική κοινωνία, που χωρίς την κρατική χρηματοδότηση θα είχαν προ πολλού εξαφανιστεί. Δυνάμεις οι οποίες μισούνται μεταξύ τους και πάντα θα έχουν απέναντί τους ένα ποσοστό του ελληνικού λαού, που είναι πάνω από το 90%. Τόσο σημαντικό και μεγάλο είναι το έργο της προστασίας του συστήματος από τα πολιτικά κόμματα, που δίνουν τη "μάχη" της δημοκρατίας μέσα στη βουλή.
Αυτές λοιπόν οι ιδιωτικές επιχειρήσεις, αγνοώντας παντελώς το Σύνταγμα, γρήγορα άρχισαν τα εγκλήματα. Ανέπτυξαν θηριώδεις μηχανισμούς χάρη στα χρήματα του λαού. Εξασφαλίζοντας παράνομη χρηματοδότηση από τον κρατικό προϋπολογισμό, έγιναν τα μονοπώλια στους χώρους τους οποίους υποτίθεται εξέφραζαν. Γρήγορα έγιναν μηχανισμοί διαχείρισης της κοινωνικής προβληματικότητας. Έγιναν μηχανισμοί, όπου κυρίαρχοι ήταν τα "τρωκτικά", οι "κηφήνες" και όλα τα υπόλοιπα παρασιτικά "ζώα" της ανθρώπινης ζούγκλας. Εκμεταλλεύτηκαν τις ιδεοληψίες και τους φόβους του λαού και του πρόσφεραν τα ιδιωτικά τους "καταφύγια". Εκμεταλλεύτηκαν την αγωνία και τη φτώχια του λαού και έγιναν μηχανισμοί βολέματος για τους πιστούς τους. Μεγάλα "μαντριά", που μέσα τους περιφέρονταν τα φοβισμένα "πρόβατα", αναζητώντας είτε την ασφάλεια είτε την κρατική "ταΐστρα". Το θηριώδες του μεγέθους τους, καθώς και η μόνιμη σχέση τους με την εξουσία, δημιούργησαν τη λεγόμενη "διαπλοκή". Το κάθε κόμμα πήρε τους "χορηγούς" της προτίμησής του και δημιούργησαν το πολιτικοοικονομικό κατεστημένο της μεταπολίτευσης.
Στην κυριολεξία μετρημένες στα δάκτυλα είναι οι οικογένειες που αυτήν τη στιγμή ελέγχουν τα πάντα στην Ελλάδα. Είτε μιλάμε για το επίπεδο της πολιτικής είτε γι' αυτό της οικονομίας. Στην Ελλάδα της δημοκρατίας ελάχιστοι άνθρωποι λυμαίνονται τα πάντα και η συντριπτική πλειοψηφία του λαού βρίσκεται στα όρια της αθλιότητας. Καραμανλήδες, Μητσοτάκηδες, Παπανδρέου και μερικοί άλλοι είναι οι ιδιοκτήτες των κομμάτων, που έχουν μετατρέψει το ίδιο το κράτος σε κομματική ιδιοκτησία και κατ' επέκταση σε προσωπική τους ιδιοκτησία. Κοντά σ' αυτούς και κάποιες οικογένειες οικονομικών μεγαλοπαραγόντων, που "αρμέγουν" ελέω κομμάτων το σύνολο του εθνικού κεφαλαίου. Το κάθε κόμμα θεριεύει τους δικούς του παράγοντες, οι οποίοι στη συνέχεια μετατρέπονται σε "χορηγούς" του και το "ευεργετούν", ενώ στην πραγματικότητα μοιρά­ζονται με τους συνενόχους τους τη "λεία" των κλοπών τους.
Όλα αυτά όμως δεν θα μπορούσαν να λειτουργήσουν, αν δεν υπήρχε επέμβαση στον τρόπο λειτουργίας του ίδιου του συστήματος. Έπρεπε να νικηθεί ο μεγάλος τους εχθρός κι αυτός ήταν το Σύνταγμα. Το Σύνταγμα, που θεωρητικά είχε τα αντίμετρα για τον οποιονδήποτε θα επιχειρούσε να το καταλύσει. Ποιος ήταν ο κίνδυνος εξαιτίας του Συντάγματος; Ο διαχωρισμός των εξουσιών μεταξύ τους. Τα κόμματα και οι ιδιοκτήτες τους μπορούσαν να μονοπωλούν την εκτελεστική και νομοθετική εξουσία, αλλά είχαν ένα τεράστιο πρόβλημα. Δεν μπορούσαν να ελέγχουν τη δικαστική εξουσία, που από το ίδιο το Σύνταγμα ορίζεται ως ο βασικός θεματο­φύλακάς του. Την εκτελεστική και τη νομοθετική εξουσία μπορούσαν να την κατευθύνουν με τα κομματικά τους "οράματα", αλλά τη δικαστική εξουσία την κατευθύνει μόνον το Σύνταγμα, το οποίο γράφει στα παλιά του τα παπούτσια τα "οράματα" των τυφλών κομματαρχών.
Το πρόβλημα τους δηλαδή ήταν ότι τα κόμματα μπορούσαν να γίνουν "αφεντικά" των δύο εξουσιών, αλλά δεν μπορούσαν να γίνουν "αφεντικά" της εξουσίας που έχει "αφεντικό" της το ίδιο το Σύνταγμα. Το πρόβλημά τους δηλαδή ήταν απλό στον εντοπισμό του, αλλά δύσκολο στην αντιμετώπισή του. Δεν μπορούσαν να ελέγχουν μια εξουσία, που στελεχώνεται με τρόπους οι οποίοι δεν ευνοούν τα κόμματα. Με μια πετυχημένη διαφημιστική καμπάνια μπορείς να παρασύρεις χιλιάδες αφελείς ψηφοφόρους και να μετατρέψεις έναν τενεκέ σε βουλευτή. Από τη στιγμή που τον "κατασκευάζεις", μπορείς να τον ελέγχεις, εφόσον μπορείς να τον εκβιάζεις με αντικατάστασή του. Αρεοπαγίτη όμως δεν μπορείς να "κατασκευάσεις" με τον ίδιο άμεσο κι αποτελεσματικό τρόπο. Ο τίτλος του Αρεοπαγίτη αποκτάται με αγώνα ζωής. Για να ελέγχεις το δικαστικό σώμα, θα πρέπει να περιοριστείς στους υπάρχοντες λειτουργούς του, εφόσον δεν μπορείς να τους "κατασκευάσεις". Άρα, για να ελέγχεις συνολικά το σύστημα μέσα στο οποίο αυτοί κινούνται, θα πρέπει να το ελέγχεις ολοκληρωτικά. Θα πρέπει να μπορείς να "παίζεις" με τις φιλοδοξίες και τις ανάγκες αυτών που επιθυμείς να ελέγξεις.
Γιατί ήταν γι' αυτούς θεμελιώδες να ελέγξουν αυτήν την εξουσία; Γιατί η εξουσία αυτή είναι όπως είπαμε ιδιόρρυθμη. Δεν παράγει πολιτική, αλλά μπορεί να ακυρώσει πολιτική. Δεν σου λέει προς τα πού να "πάς", αλλά μπορεί να σου απαγορεύσει να "πάς" εκεί όπου αποφάσισες, αν το κρίνει αντισυνταγματικό. Δεν συμμετέχει σε νομές "λείας" και άρα σε εύνοιες, αλλά μπορεί να τιμωρήσει αυτούς που νέμονται τις "λείες" κι ευνοούν τους εκλεκτούς τους. Αυτή η εξουσία έχει το "μέτρο" του Συντάγματος και αυτή μπορεί να "μετρήσει" το τι κάνουν οι υπόλοιπες εξουσίες. Από τη στιγμή που εσύ εκτελείς εντολές ξένων εις βάρος του λαού τον οποίο προστατεύει το Σύνταγμα, θα πρέπει να μπορείς να ελέγχεις πάση θυσία αυτούς που προστατεύουν το Σύνταγμα. Πρέπει πάση θυσία να ελέγξεις το όργανο αυτό όσο ιδιόρ­ρυθμο κι αν είναι.
Τον κίνδυνο που αντιπροσώπευε η δικαστική εξουσία, οι ιδιοκτήτες των κομμάτων —που ήθελαν ελέω ΗΠΑ να μονοπωλούν την εξουσία— τον διέβλεψαν εγκαίρως. Εκμεταλλεύτηκαν δύο πράγματα προκειμένου να την ελέγξουν. Την άσχημη σχέση που είχε η εξουσία αυτή με τον λαό και τη σχέση οικονομικής αλληλεξάρτησης της εκτελεστικής εξουσίας με τη δικαστική. Σ' ό,τι αφορά το πρώτο συμβαίνει το εξής: Η δικαστική εξουσία, όπως και άλλοι μηχανισμοί του κράτους, συνεργάστηκε με τη Χούντα και βέβαια με το προηγούμενο φασιστικό μονοπώλιο της εξουσίας το οποίο εξέφραζε το "Παλάτι". Ως μηχανισμός, που στελεχώνεται από ισόβιους και μη αιρετούς λειτουργούς, ήταν δεδομένο ότι συνεργάστηκε με τη φασιστική δεξιά σε όλο της το "φάσμα" και άρα μεταπολιτευτικά είχε πολύ πιο άσχημη "έξωθεν" εικόνα από τις δύο άλλες εξουσίες.
Ενώ δηλαδή η εκτελεστική και η νομοθετική εξουσία "ανανέωσαν" το δυναμικό τους μετά τη Χούντα, η δικαστική εξουσία δεν το έκανε, γιατί απλά ήταν αδύνατον να το κάνει. Δεν είναι δυνατόν να "ξηλωθεί" ολόκληρο το δικαστικό σώμα, για να ανανεωθεί στον βαθμό που ανανεώνεται μία κυβέρνηση ή μία βουλή. Επιπλέον, ο ρόλος της και η φύση της, που έχει σχέση με την έννοια της τιμωρίας, την έκανε αντιπαθητική στον λαό. Οι πονηροί αυτό εκμεταλλεύτηκαν. Δεν έκαναν ένα βασικό "ξεκαθάρισμα" μέσα στους κόλπους της εκ του πονηρού. Δεν την "αποχουντοποίησαν" στον απαραίτητο βαθμό, για να μπορούν να την κατηγορούν και να την διαβάλουν εύκολα. Για να μπορούν να την εκβιάζουν.
Αυτό όμως που τους διευκόλυνε τα μέγιστα ήταν η ποιότητα των ανθρώπων που εκείνη την εποχή παρίσταναν τους δικαστές. Η μονοκρατορία της δεξιάς, για να μην αντιμετωπίζει προβλήματα, είχε κατορθώσει και είχε τοποθετήσει στη δομή της ανθρωπάκια της πλάκας. Σε θέσεις που προβλέπεται να καταλαμβάνουν γίγαντες λειτουργοί έβαλε νάνους με νοοτροπία δημοσίου υπαλλήλου. Σε θέσεις που απαιτούσαν ακεραιότητα και γενναιότητα έβαλε θρασύδειλους ευνούχους. Σε θέσεις που απαιτούσαν αίσθηση του κοινού δικαίου έβαλε φασίστες. Η ιδιομορφία των φασιστών είναι η εξής: Αντιλαμβανόμενοι τον κόσμο με τον γνωστό βλακώδη τρόπο, είναι εύκολα ελεγχόμενοι. Αντιλαμβανόμενοι τον κόσμο να χωρίζεται σε "ανώτερους" και "κατώτερους", εύκολα παγιδεύονται και οι ίδιοι μέσα σ' αυτήν τη λογική. Ως δικαστές είναι απίστευτα σκληροί, όταν έχουν απέναντί τους "κατώτερους" και είναι απίστευτα δουλικοί όταν έχουν απέναντί τους "ανωτέρους".
Όταν έπεσε η Χούντα, που τους επέτρεπε να παριστάνουν τους "άνδρες", όλοι αυτοί πανικοβλήθηκαν. Κανένας δεν είχε τη γενναιότητα να παραιτηθεί από τη θέση του. Κανένας δεν αρνήθηκε να υπηρετήσει το νέο Σύνταγμα, λόγω της υποτιθέμενης διαφορετικής ιδεολογίας που αυτό πρέσβευε. Τα ανθρωπάκια "κούρνιαξαν" στις γωνιές τους και περίμεναν το έλεος. Αυτοί οι οποίοι με τις πλάτες της Χούντας "κατακεραύνωναν" τους "εχθρούς" τους, έγιναν αρνάκια όταν έχασαν τη μάχη. Αυτοί, που έστελναν ανθρώπους στα ξερονήσια, φοβήθηκαν για τις θεσούλες τους. Για να μην χάσουν το ψωμάκι τους, αυτοί, που δεν θα μπορούσαν να επιβιώσουν ούτε ως κοινοί δικηγόροι, σύρθηκαν στα γραφεία της εκτελεστικής εξουσίας να διαπραγματευτούν τη "σωτηρία" τους. Τι διαπραγμάτευση να κάνουν αυτά τα θλιβερά ανθρω­πάκια; Για να σώσουν τις θεσούλες τους και να μην φύγουν κλοτσηδόν από τα δικαστικά πόστα τους, δέχθηκαν τους όρους που τους επέβαλαν οι νέοι διαχειριστές της εξουσίας.
Αυτή η δουλικότητα των "γιγάντων" της χουντικής δικαιοσύνης έδωσε τη δυνατότητα στους νέους διαχειριστές να παραστήσουν τους "προστάτες" του λαού και να "καπε­λώσουν" μία από τις κυρίαρχες εξουσίες. Πώς; Με το να δώσουν υπερεξουσίες στον υπουργό δικαιο­σύνης. Στον "δημο­κράτη" υπουργό, που είχε τον "αέρα" της μεταπολιτευτικής δημοκρατίας. Δεν επέτρεψαν στο Σύνταγμα να "κηδεμονεύει" αυτήν την ακίνδυνη αλλά υπεραπαραίτητη για τη δημοκρατία εξουσία, αλλά έδωσαν αυτόν τον ρόλο σε κάποιο πρόσωπο αμφιβόλου ποιότητας. Μετέτρεψαν ένα αιρετό και άσχετο "τίποτε" σε κυρίαρχο παράγοντα μιας από τις τρεις θεμελιώδεις εξουσίες. Το αποτέλεσμα ήταν τρομερό. Η φυσική ηγεσία της δικαστικής εξουσίας δεν βρισκόταν υπό την εξουσία του Συντάγματος, αλλά υπό την εξουσία ενός κοινού παραγοντί­σκου της εκτελεστικής εξουσίας. Παραβιάστηκε το Σύνταγμα, που προβλέπει το εξής θεμελιώδες. Άρθρo 87.2. Oι δικαστές κατά την άσκηση των καθηκόντων τoυς υπόκεινται ΜΟΝΟ στo Σύνταγμα και στoυς νόμoυς και σε καμία περίπτωση δεν υπoχρεoύνται να συμμoρφώνoνται με διατάξεις πoυ έχoυν τεθεί κατά κατάλυση τoυ Συντάγματoς.
Το αποτέλεσμα αυτής της παραβίασης; Εγκληματικό για τη δημοκρατία και τους θεσμούς της. Άλλαξε ο ρόλος της δικαστικής εξουσίας και μειώθηκε η ισχύς της. Μετατράπηκε σε ένα "δεκανίκι" της εκτελεστικής εξουσίας. Ένα "δεκανίκι", που έδινε νομιμοφάνεια στις παρανομίες της. Η δικαστική εξουσία έπαψε να έχει ανεξάρτητο λόγο. Δεν μπορούσε να έχει λόγο ούτε καν στην εσωτερική της λειτουργία και στις αρχαιρεσίες της. Αυτό "αποτυπώνεται" και στο τυπικό της όλης λειτουργίας της. Η φυσική ηγεσία μιας από τις τρεις θεμελιώδεις εξουσίες δεν ορκίζεται ενώπιον του προέδρου της δημοκρατίας πίστη στο Σύνταγμα, όταν αναλαμβάνει τα καθήκοντά της. Δεν ορκίζεται όπως ο πρωθυπουργός ή ο πρόεδρος της βουλής, που τίθενται επικεφαλείς των άλλων δύο εξουσιών. Αυτό κάτι σημαίνει. Όταν ορκίζεται ένας ασήμαντος παράγοντας της εξουσίας, όπως είναι ο διοικητής της τράπεζας της Ελλάδας —που είναι ένας κοινός μεγαλολογιστής του κράτους—, αντιλαμβανόμαστε ότι είναι ύποπτο —αν όχι εγκληματικό— να μην ορκίζεται η ηγεσία της δικαστικής εξουσίας.
Η ηγεσία της δικαστικής εξουσίας "προάγεται" και δεν "αναλαμβάνει" καθήκοντα. Προάγεται, όπως προάγεται ένας λοχίας σε επιλοχία. Γιατί έγινε αυτό; Για τον εξής απλό λόγο. Για να μπορεί η εκτελεστική εξουσία να απειλεί όποιον δικαστικό δεν την εξυπηρετεί. Για να μπορεί να απειλεί όποιον θα έχει τη φαεινή ιδέα να διερευνά ό,τι δεν πρέπει να διερευνάται. Για να μπορεί να διώχνει από το σώμα όποιον δικαστή την ενοχλεί. Για να μπορεί να σέρνει τους "λοχίες" τής δικαιοσύνης στο γραφείο τού εκάστοτε υπουργού δικαιοσύνης. Του απόλυτου κυρίαρχου μιας από τις κυρίαρχες εξουσίες. Του κυρίαρχου, που θ' αποφασίσει μόνος του για τις αρχαιρεσίες και απλά τις επιλογές του στη συνέχεια θα επικυρώσει η εκτελεστική εξουσία.
Αν σ' αυτό προστεθεί και η σχέση οικονομικής αλληλεξάρτησης μεταξύ των εξουσιών, ο αναγνώστης παίρνει μια πλήρη εικόνα της "ανεξάρτητης" δικαιοσύνης. Ο υπουργός δικαιο­σύνης δεν αποφασίζει μόνον για τις αρχαιρεσίες, αλλά και για τους μισθούς τους. Γίνεται ο κορυφαίος και μοναδικός "συνδικαλιστής" των δικαστών, που θ' αναλάβει να μεταφέρει τα αιτήματά τους στον πρωθυπουργό. Κατ' αυτόν τον τρόπο η εκτελεστική εξουσία γίνεται ο "εργοδότης" της δικαστικής εξουσίας. Αντιλαμβανόμαστε ότι δεν μπορεί εύκολα ένας υφιστάμενος να πάει "κόντρα" στον προϊστάμενο. Πώς θα πάει την επομένη να ζητήσει παροχές; Όχι τίποτε άλλο, αλλά για να καταλάβει κάποιος πώς οι ισχυροί παράγοντες του τόπου εξασφαλίζουν απαλλακτικά βουλεύματα κάθε φορά που κινδυνεύουν.
Αν υπήρχε σεβασμός προς το Σύνταγμα, τα πράγματα θα έπρεπε να ήταν διαφορετικά. Θα έπρεπε το σώμα των δικαστών να είναι ανεξάρτητο από κάθε παρέμβαση. Να αποφάσιζε μόνο του για την εσωτερική λειτουργία του και πολύ περισσότερο για τις αρχαιρεσίες του. Οι μισθοί των δικαστών να συνδέονταν με σταθερά μεγέθη, που δεν θ' ανάγκαζαν τους δικαστές να "κρυπτο­συνδικαλίζονται" και να "σέρνονται" στα γραφεία της εκτελεστικής εξουσίας. Τι σημαίνει σταθερά μεγέθη; Να εισπράττουν αυτά τα οποία εισπράττουν άλλοι δημόσιοι λειτουρ­γοί, στους οποίους δεν απαγορεύεται ο συνδικαλισμός. Να εισπράττουν οι αρεοπαγίτες ίσα με τους βουλευτές. Οι εφέτες ίσα με τους περιφερειάρχες και οι κοινοί δικαστές ίσα με τους ομοβάθμιούς τους του δημοσίου. Ποιος θα τολμούσε να παρενοχλήσει τη δικαιοσύνη σε μια τέτοια περίπτωση; Σε μια περίπτωση που κανένας δεν θα μπορούσε ν' απειλεί κανέναν, είτε σε επίπεδο εξέλιξης είτε σε επίπεδο παροχών;
Θα τολμούσε ο υπουργός δικαιοσύνης να καλέσει στο γραφείο του τον πρόεδρο του Αρείου Πάγου, για να τον συγχαρεί για την προαγωγή του; Γιατί τον καλεί; Για να τον συγχαρεί για το "δώρο" που ο ίδιος του χάρισε; Τον καλεί, για να του δείξει ποιος είναι το "αφεντικό". Από το ποιος πηγαίνει σε ποιον στις εθιμοτυπικές συναντήσεις μπορείς να καταλάβεις ποιος είναι ο ισχυρός. Γι' αυτό τον καλεί στο γραφείο του ο υπουργός δικαιοσύνης. Τον καλεί, για να ελέγξει τη νομιμοφροσύνη του ως προς το πρόσωπό του. Τον καλεί ως "αφεντικό", για να του ζητήσει να "μεριμνήσει" για μια "ειδική" περίπτωση. Όταν παίρνεις δώρα, ανταποδίδεις δώρα. Όταν δεν περιμένεις δώρα, κάνεις τη δουλειά σου. Πώς θα κάνει τη δουλειά της η ηγεσία της δικαιοσύνης, όταν ως πρόσωπα "χρωστάνε" στην εκάστοτε εκτελεστική εξουσία; Πώς θα ελέγξουν τους νόμους που επιβάλει η εκτελεστική εξουσία στην νομοθετική σ' ό,τι αφορά τη συνταγματικότητά τους; Το Σύνταγμα είναι σαφές σ' αυτόν τον τομέα. Άρθρo 93 4. Tα δικαστήρια ΥΠΟΧΡΕΟΥΝΤΑΙ να μην εφαρμόζoυν νόμo πoυ τo περιεχόμενό τoυ είναι αντίθετo πρoς τo Σύνταγμα.
MEΡOΣ Β

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Όλες οι απαντήσεις που έχουν ως στόχο να προάγουν τον διάλογο και την ανεύρεση της αλήθειας καλοδεχούμενες, σχόλια και απαντήσεις που είναι εκτός θέματος και δεν ταιριάζουν σε έλληνες θα απορρίπτονται χωρίς κανέναν ενδοιασμό .