Σ Α Λ Π Ι Σ Μ Α , ΚΙΝΗΜΑ ΤΟΥ 1909 – ΣΥΝΤ Άρθρο του Α. Καρκαβίτσα για ένα δυνατό κάλεσμα για αγώνα στη νεολαία.
Άντρες με γερά κορμιά, νέοι με τα γελαστά χρώματα και την αστραπή στο μάτι, που είστε? Άντρες με την ορμή, με την ψυχή και το αίσθημα, ευπατρίδες αληθινοί μιας ρεζιλεμένης πατρίδας, γιατί δεν φαίνεσθε? Έχω τόσον καιρό[μέρες έσβησαν, έφυγαν μήνες] σας καρτερώ και μαζί μου ο λαός, βάνω το αυτί μου και...
ακροάζομαι τον ερχομός σας, για τον ερχομό σας ακροάζεται το Έθνος, το ρυθμικό βηματισμό σας προσμένει ονειροπλέχτρα η φυλή. Σας είδε μιαν αυγή σαν όνειρο τερπνό στο βαρύ ύπνο της και πήδηξε ξαφνιασμένη. Εκεί στον κάμπο στο Γουδί σάλεψαν ήσκιοι στο σκοτάδι το βαθύ, άστραψαν θυμοί-και έτριξαν προγονικά κόκαλα. Και την αυγή, την ώρα που ο ήλιος έβγαινε αντίκρυ, αψύς και θυμωμένος, αποφασισμένος να φτάσει στο βασίλεμα του, χαλώντας κάθε εμπόδιο, σας είδε με το τουφέκι στο πλευρό, ορκισμένους να κάμετε ΠΑΤΡΙΔΑ η ΝΑ ΧΑΘΕΙΤΕ! Α, πως είσαστε τόσο ορμητικοί βλαστοί απάνω στο στείρο άπλωμα! Σας είδε και στέναξε: Σώθηκα
Μα από τότε δεν σας βλέπει πουθενά. Τι γινήκατε? Ποια στρίγγλα σας αμπόδισε κι αφήκατε τη νύφη την πανώρια , την κρίσιμη στιγμή, στο ερωτόθυμο τάνυμα της ορμής σας? Αχ γιατί να σας ρωτώ , τι κάθομαι και σας ρωτώ? Τη βλέπω την ΞΕΔΟΝΤΙΑΡΑ ΦΡΟΝΗΣΗ, ΤΗ ΦΚΙΑΣΙΔΩΜΕΝΗ ΜΕΤΡΙΟΤΗΤΑ, την βλέπω που κάθεται σα Μέδουσα αντίκρυ σας και λύθηκαν τα νεύρα σας, ωιμέ!.
Θυμούμαι ένα καιρό, που άκουγα να φεύγετε για τη σκλαβωμένη γη μας, σας εβλέπα να γυρίζετε από την σκλαβωμένη γη μας. Μάθαινα, θυμούμαι τα άθλα και τους κόπους, το αίμα και τον ιδρώτα, την θύελλα της ψυχής σας, του χεριού τον κεραυνό, των όπλων σας την απονιά. Άκουγα το χιόνι, πως σας σκέπαζε, σας έδερνε το χαλαζοβρόχι, η μοναξιά σας σαβάνωνε τα ποτάμια και τα βουνά πως έφραζαν το δρόμο σας, τις απιστίες των φίλων, τους δούλους των εχθρών και το μολύβι, που σας άνοιγε-λαμπροί μου—τα Ηλύσια.
Τα μάθαινα και σας ζήλευα όλα τα μάθαινα και σας θαύμαζα και θλιβόμουνα μαζί για την άκαρπη θυσία σας. Και ήθελα να μιλήσω και να ειπώ: Σταθείτε παλικάρια: Νέοι με την ορμή, άνδρες με την ψυχή, ευπατρίδες αμόλυντοι μιας ΜΟΛΥΣΜΕΝΗΣ ΠΑΤΡΙΔΑΣ που πάτε να χαθείτε άδικα των αδίκων? Πως φεύγετε, αφήνοντας πίσω σας, κυρίαρχους τους ΦΑΥΛΟΥΣ και τους κακούς, τους ΠΕΝΤΑΡΟΛΟΓΟΥΣ και τους κοσμοπολίτες? Γιατί πάτε να δώσετε τα δώρα σας εκεί? Διψά η αυλή σας για νερό , γυρίστε πίσω. ΧΥΣΤΕ ΤΟΥΣ ΘΥΜΟΥΣ Σας ΕΔΩ ΝΑ Ο ΕΧΘΡΟΣ ΚΑΙ ΧΤΥΠΑΤΕ
Έτσι ήθελα να ειπώ, μα δε θ’ άκουγε κανείς. Όσο ξέσπαγε η μπόρα δυνατή [ εννοεί το νεοτουρκικό κίνημα] και σας έστειλε όλους πίσω, σαν τα πουλιά στους κόρφους του κυπαρισσιού. Ηρθατε- ευλογημένη ώρα- ηρθατε και ανοίχτηκαν τα μάτια σας εδώ κα ΕΙΔΑΝ ΤΗ ΣΑΠΙΛΑ ΚΙ ΑΙΣΘΑΝΘΗΚΑΝ ΤΗΝ ΑΠΟΝΙΑ ΚΙ ΟΣΜΙΣΘΗΚΑΝ ΤΗΝ ΑΠΟΣΥΝΘΕΣΗ. Γύρισε από έξω ο πετρίτης και σίμωσε στη βρώμικη φωλιά και πισωπάτησε. Έτσι σας πισωπάτησε και εσάς ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΤΟ ΜΩΡΟ, ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΤΟ ΤΥΦΛΟ., ΤΟ ΛΗΜΕΡΙ ΤΩΝ ΟΛΙΓΩΝ, ΤΟ ΓΙΑΤΑΚΙ ΤΩΝ ΛΗΣΤΩΝ. Ετσι σας πισωπάτησε και φωνάξατε – αέρα!. Και όταν ένας που κούτσαινε δίπλα μου από λαβωματιά μου είπε, έλα μαζί μας κι εγώ ο ΛΑΓΟΣ είπα ; ΠΑΜΕ!
Που επήγαμε? Ρωτώ, γυρεύω, ψάχνω, εδώ κι εκεί σκαλίζω την ψυχή μου, ρωτώ τη μοίρα της φυλής, μα δε βρίσκω που επήγαμε παιδιά. Μια στιγμή γέλασε η αυγή κι έπειτα σκότος. Σας είδα στο ροδοχάραμα χλωμούς, σας είδα στη γνώμη σταθερούς, αρματωμένους με θέληση και με ντουφέκι στ Γουδί, πέρα. Σας είδα να αγναντεύετε την πόλη, την παράνομη, σαν πόρνη με κιθάρα κι ήταν το βλέμμα σας μεστό κι ήταν το θέλημα σας χολή και μίσος. Μα τώρα πάει , χαθήκατε από εμπρός μου και τα ωραία όνειρα ,σαν τα βασιλόπουλα των παραμυθιών στη μνήμη τη γεροντική. Μου ΕΙΠΑΤΕ- -ΕΛΑ ΜΑΖΙ ΜΑΣ ΚΑΙ ΕΓΩ Ο ΛΑΓΟΣ ΣΑΣ ΑΠΑΝΤΗΣΑ. ΠΑΜΕ. Τι κρίμα! Σαν να ΦΟΒΗΘΗΚΑΤΕ ΤΗΝ ΤΌΛΜΗ Σας. Σαν να ΤΡΟΜΆΞΑΤΕ ΤΗΝ ΟΡΜΉ Σας, ΕΠΗΓΑΤΕ ΙΣΑ ΝΑ ΑΝΤΑΜΩΣΕΤΕ ΤΗΝ ΦΡΟΝΙΜΑΔΑ. Τα γερά κορμιά σας και τις ψυχές σας , τις αστόμωτες, εκείνα που αναποδογυρίζουν κόσμους και ξαναπλάθουν λαούς, επήγατε και τα απιθώσατε στα ΠΟΔΙΑ ΤΗΣ ΣΩΦΡΟΣΥΝΗΣ. Κι εκείνη- π ανάθεματη – σας ΤΥΛΙΞΕ ΣΤΑ ΛΙΓΔΙΑΡΙΚΑ ΒΡΟΧΙΑ Της, σας ΦΑΣΚΙΩΣΕ χειροπόδαρα τόσο σας έδεσε σφιχτά, που δεν έχετε όρεξη να κινηθείτε…..
Άντρες με τα στήθη τα πλατιά – εσάς κράζω – του Συνδέσμου τους λεβέντες - νέοι με τις ορμές και με τα όνειρα, λύστε τα μάγια. ΔΩΣΤΕ ΚΛΩΤΣΙΑ ΣΤΗ ΦΡΟΝΗΣΗ, ΓΡΟΘΙΑ ΣΤΗ ΛΟΓΙΚΗ, ΓΡΟΘΙΑ ΚΑΙ ΦΤΥΜΑ ΣΤΗ ΓΡΙΑ ΤΗ ΛΟΓΙΚΗ και ριχτείτε στο ΑΙΣΘΗΜΑ. Είναι τα μέτρα της κακά, είναι τα μέτρα της νεκρά, στείρα η σκέψη και δεν σας πρέπει. Το αίσθημα ας οδηγεί τα βήματα σας, το αίσθημα ας μαγνητίζει την ψυχή σας, το αίσθημα ας προκαλεί τα βλέμματά σας, το αίσθημα το φαυλοκτόνο δεξί σας! Προβάλετε πόδι, ρίχτε ματιά , σηκώστε σπαθί, ΧΤΥΠΑΤΕ ΤΟΥΣ ΘΕΟΜΠΑΙΧΤΕΣ! Αυτοί τα ιερά μας ΜΟΛΥΝΑΝ, το θυσιαστήριο της πατρίδας χάλασαν, τα άγια της ψυχής μας εσκόρπισαν, τους ΘΗΣΑΥΡΟΥΣ ΤΗΣ ΦΥΛΗΣ ΜΑΣ ΚΟΥΡΣΕΨΑΝ.
ΧΤΥΠΑΤΕ , ΧΤΥΠΑΤΕ ΔΥΝΑΤΑ! ΜΗ ΤΗ ΛΥΠΑΣΤΕ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ, Μη σας δειλιάζουν τα δάκρυα. Δεν είναι χρυσάφι η ζωή, δεν είναι το δάκρυ διαμάντι-σας λέει ψέματα. Η γη μας, η γη μας, το παν! Και όλα για τη γη μας.
ΠΟΝΟΣ ΚΑΙ ΚΟΠΟΣ, ΘΡΗΝΟΣ ΚΑΙ ΚΛΑΜΑ – ΣΥΝΤΡΙΜΜΙΑ ΚΑΙ ΣΕΙΣΜΟΣ – ΓΑΙΑ ΠΥΡΙ ΜΙΧΘΗΤΩ. ΝΑΙ ΜΑΚΚΑΒΑΙΟΙ!.....
Το άρθρο έκανε μεγάλη εντύπωση. Όλοι κατάλαβαν πως το [Σάλπισμα] ήταν μια έκκληση στις μάζες και στα προοδευτικά στοιχεία του τόπου να πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους και να προχωρήσουν – πέρα από στενόκαρδους υπολογισμούς- σε ένα ΓΕΝΙΚΟ ΞΕΚΑΘΑΡΙΣΜΑ ΤΗΣ ΦΑΥΛΟΚΡΑΤΙΑΣ, που θα εδραίωνε ένα καθεστώς δημοκρατικό και θα δημιουργούσε μια ανεξάρτητη και ευτυχισμένη Πατρίδα………..
http://press-gr.blogspot.com/2011/06/1909-2011.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Όλες οι απαντήσεις που έχουν ως στόχο να προάγουν τον διάλογο και την ανεύρεση της αλήθειας καλοδεχούμενες, σχόλια και απαντήσεις που είναι εκτός θέματος και δεν ταιριάζουν σε έλληνες θα απορρίπτονται χωρίς κανέναν ενδοιασμό .